13 2. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 2414 της 9/9 Μαΐου 1953 Περί κυρώσεως του εν LAKE SUCCESS την 12.11.1947

2. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 2414
της 9/9 Μαΐου 1953
Περί κυρώσεως του εν LAKE SUCCESS την 12.11.1947 καταρτισθέντος και υπογραφέντος πρωτοκόλλου των μελών του Ο.Η.Ε. , δι’ ου τροποποιούνται αι εν Γενεύη συναφθείσαι Συμβάσεις της 30ης Σεπτ. 1921 «περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων» και της 11ης Οκτ. 1933 «περί καταστολής της σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών».
Έχοντες υπ’ όψει τας διατάξεις του άρθρ. 35 του Συντάγματος και την από 24 Απρ. 1953 σύμφωνον γνώμην της κατά την παρ. 2 του αυτού άρθρ. 35 Ειδικής Επιτροπής εκ Βουλευτών, προτάσει του Ημετέρου Υπουργικού Συμβουλίου, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν:
Άρθρον μόνον. -Κυρούται ως έχει το εν LAKE SUCCESS καταρτισθέν και υπογραφέν την 12ην Νοεμ. 1947 πρωτόκολλον των μελών του Ο.Η.Ε., δι ου τροποποιούνται αι Συμβάσεις της Γενεύης 1)της 30ης Σεπτ. 1921 «περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων, και 2)της 11ης Οκτ. 1933 «περί καταστολής της σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών, το κείμενον του οποίου εξ 7 άρθρων μετά του παραρτήματος αυτού εν Ελληνική μεταφράσει έπεται:
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
τροποποιούν την εν Γενεύη συναφθείσαν Σύμβασιν της 30ής Σεπτ. 1921, περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων και την Σύμβασιν της Γενεύης περί καταστολής της σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών της 11ης Οκτ. 1933.
Τα αποτελούντα δια του παρόντος Πρωτοκόλλου συμβαλλόμενα Κράτη, έχοντα υπ’ όψιν ότι δια της Συμβάσεως περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων, ήτις συνήφθη εν Γενεύη την 30ήν Σεπτ. 1921 και της Συμβάσεως περί σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών, ήτις συνήφθη εν Γενεύη την 11ην Οκτ. 1933, ανετέθησαν εις την Κοινωνίαν των Εθνών ωρισμέναι εξουσίαι και ωρισμένα καθήκοντα και ότι λόγω της διαλύσεως της Κοινωνίας των Εθνών παρίστανται ανάγκη λήψεως αποφάσεων προς εξασφάλισιν συνεχίσεως της ασκήσεως των εξουσιών και καθηκόντων τούτων και θεωρούντα ενδεδειγμένον όπως αναληφθώσι ταύτα εφεξής υπό του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, συνεφώνησαν επί των ακολούθων διατάξεων:
Άρθρ.1.-Τα δια του παρόντος Πρωτοκόλλου συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουσι απέναντι αλλήλων, έκαστον ως προς τας Συμβάσεις ων αποτελεί συμβαλλόμενον μέρος, και συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου, την υποχρέωσιν όπως προσδώδωσι πλήρη νόμιμον ισχύν εις τας τροποποιήσεις των Συμβάσεων τούτων τας αναφερομένας εις το παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου, θέσωσι ταύτας εν ισχύϊ και εξασφαλίσωσι την εφαρμογήν αυτών.
Άρθρ.2.-Ο Γενικός Γραμματεύς θέλει προπαρασκευάσει το κείμενον των συμφώνως προς το παρόν Πρωτόκολλον, αναθεωρουμένων Συμβάσεων και θέλει διαβιβάσει αντίγραφα αυτού, προς πληροφορίας των, εις την Κυβέρνησιν εκάστου Κράτους μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ως και εις την Κυβέρνησιν εκάστου Κράτους μη μέλους εις την υπογραφήν ή την αποδοχήν του οποίου, το παρόν Πρωτόκολλον είναι ανοικτόν. Ούτος θα καλέση ωσαύτως τα συμβληθέντα δι’ οιασδήποτε δια του παρόντος Πρωτοκόλλου αναθεωρουμένης Συμβάσεως να εφαρμόσωσι τα αναθεωρημένα κείμενα των Συμβάσεων τούτων, άμα τη ενάρξει της ισχύος των τροποποιήσεων και εάν έτι ταύτα δεν ηδυνήθησαν εισέτι να συμβληθώσι δια του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρ.3.Το παρόν Πρωτόκολλον θα είναι ανοικτόν εις την υπογραφήν ή αποδοχήν όλων των συμβληθέντων δια της Συμβάσεως της 30ής Σεπτ. 1921 περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων ή δια της Συμβάσεως της 11ης Οκτ. 1933, περί καταστολής της σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών, Κρατών, εις τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη κοινοποιήσει αντίγραφον του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρ.4.-Παν Κράτος δύναται να συμβληθή δια του παρόντος Πρωτοκόλλου:
α)δια της υπογραφής αυτού άνευ επιφυλάξεων ή β)δια προσχωρήσεως. Η προσχώρησις θα γίνεται δια της καταθέσεως παρά τω Γενικώ Γραμματεί της Οργανώσεως Ηνωμένων Εθνών του σχετικού εγγράφου προσχωρήσεως.
Άρθρ.5.-1.Το παρόν Πρωτόκολλον θέλει τεθή εις εφαρμογήν κατά την ημερομηνίαν καθ’ ην δύο ή πλείονα Κράτη θέλουσι συμβληθή δια του παρόντος Πρωτοκόλλου.
2.Αι περιλαμβανόμεναι, εις το παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου, τροποποιήσεις θέλουσι τεθή εν ισχύϊ ως προς εκάστην των Συμβάσεων όταν η πλειονότης των δια της Συμβάσεως συμβαλλομένων Κρατών θέλει συμβληθή δια του παρόντος Πρωτοκόλλου και, κατά συνέπειαν, οιονδήποτε Κράτος όπερ ήθελε συμβληθή δια της μιάς ή της άλλης των Συμβάσεων, μετά την έναρξιν της ισχύος των εις αυτάς αναφερομένων τροποποιήσεων, θέλει συμβληθή δια της ούτω τροποποιηθείσης Συμβάσεως.
Άρθρ.6.-Συμφώνως προς τας διατάξεις της πρώτης παραγράφου του άρθρ. 102 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και προς τον υπό της Γενικής Συνελεύσεως γενόμενον αποδεκτόν κανονισμόν εφαρμογής του κειμένου τούτου, ο Γενικός Γραμματεύς του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών εξουσιοδοτείται να προβή εις την καταχώρησιν του παρόντος Πρωτοκόλλου ως και των δι’ αυτού επερχομένων τροποποιήσεων εις εκάστην των Συμβάσεων, κατά τας σχετικάς ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος αυτών, και να δημοσιεύση το Πρωτόκολλον και τας τροποποιουμένας Συμβάσεις, όσον οίον τε τάχιον, μετά την καταχώρησιν αυτών.
Άρθρ.7.-Το παρόν Πρωτόκολλον ούτινος τα εις την κινεζικήν, αγγλικήν, γαλλικήν, ρωσσικήν και ισπανικήν κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά θέλει κατατεθεί εις τα αρχεία της Γραμματείας της Οργανώσεως Ηνωμένων Εθνών. Δεδομένου ότι αι συμφώνως προς το παράρτημα τροποποιηθησόμεναι Συμβάσεις δεν υφίστανται ή εις την αγγλικήν και γαλλικήν τα εις την αγγλικήν και Γαλλικήν κείμενα του παραρτήματος θα είναι εξ ίσου αυθεντικά και τα κείμενα εις την κινεζικήν, ρωσσικήν και ισπανικήν θα αποτελούσι μεταφράσεις.
Κεκυρωμένον αντίγραφον του Πρωτοκόλλου, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματος, θέλει αποσταλή παρά του Γενικού Γραμματέως εις ένα έκαστον των συμβληθέντων δια της Συμβάσεως της 30ής Σεπτ. 1921 περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων ή δια της Συμβάσεως της 11ης Οκτ. 1933 περί καταστολής της σωματεμπορίας των ενηλίκων γυναικών, Κρατών ως και εις άπαντα τα Κράτη μέλη της Οργανώσεως Ηνωμένων Εθνών.







(Μετά τη σελ. 118) Σελ. 118,01
Μ-33
Εις πίστωσιν οι υποφαινόμενοι δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των οικείων αυτών Κυβερνήσεως υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλον κατά την σημειουμένην έναντι της υπογραφής ενός εκάστου ημερομηνίαν.
Εγένετο εν LAKE SUCCESS, Νέα Υόρκη την 12ην Νοεμ. 1947.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Εις το τροποποιούν την συναφθείσαν εν Γενεύη την 30ήν Σεπτ. 1921 Σύμβασιν περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων και την συναφθείσαν εν Γενεύη την 11ην Οκτ. 1933 Σύμβασιν περί καταστολής της σωματεμπορίας ενηλίκων γυναικών.
1.Διεθνής Σύμβασις περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων ανοιχθείσα εις υπογραφήν εν Γενεύη την 30ήν Σεπτ. 1921.
Η πρώτη παράγραφος του άρθρ. 9 θέλει έχει την ακόλουθον διατύπωσιν:
Η παρούσα Σύμβασις υπόκειται εις επικύρωσιν. Από της 1ης Ιαν. τα όργανα επικυρώσεως θα διαβιβάζωνται εις την Γενικήν Γραμματείαν του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών όστις θέλει προβαίνει εις κοινοποίησιν περί της λήψεως αυτών εις τα Κράτη μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και εις τα μη μέλη Κράτη προς τα οποία θα έχη διαβιβάσει αντίγραφον της Συμβάσεως. Τα όργανα επικυρώσεως θα κατατίθενται εις τα αρχεία της Γραμματείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Το άρθρ. 10 θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Τα Κράτη μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, θα δύνανται να προσχωρήσουν εις την παρούσαν Σύμβασιν.
Το αυτό θα ισχύη δια τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών δύναται να αποφασίση να ανακοινώση επισήμως την παρούσαν Σύμβασιν.
Αι προσχωρήσεις θα κοινοποιούνται εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών όστις θα προβαίνη εις ανακοίνωσιν περί τούτου προς όλα τα Κράτη μέλη ως προς τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη κοινοποιήσει αντίγραφον της Συμβάσεως. Το άρθρ. 12 θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Παν συμβαλλόμενον δια της παρούσης Συμβάσεως Κράτος θα δύναται να καταγγείλη ταύτην κατόπιν δωδεκαμήνου προειδοποιήσεως.
Η καταγγελία θα γίνεται δι’ εγγράφου κοινοποιήσεως απευθυνομένης εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ούτος θέλει διαβιβάζει πάραυτα αντίγραφα της κοινοποιήσεως ταύτης αναφέρων την ημερομηνίαν της λήψεως αυτής, εις άπαντα τα Κράτη μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και εις τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία θα έχη ανακοινώσει αντίγραφον της Συμβάσεως. Η καταγγελία θα καθίσταται ενεργός εν έτος μετά την ημερομηνίαν της κοινοποιήσεως εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και δεν θα ισχύη ή δια το Κράτος το οποίον εκοινοποίησε ταύτην.



Σελ. 118,02
Μ-34
Το άρθρ. 13 θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Ο Γενικός Γραμματεύς του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θα τηρή ειδικόν πίνακα όλων των Κρατών άτινα υπέγραψαν, εκύρωσαν ή κατήγγειλαν την παρούσαν Σύμβασιν ή προσεχώρησαν εις αυτήν. Τον πίνακα τούτον θα δύναται να συμβουλευθή πάντοτε οιονδήποτε Κράτος μέλος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ή οιονδήποτε Κράτος μη μέλος εις το οποίον ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη κοινοποιήσει αντίγραφον της Συμβάσεως. Ούτος θα δημοσιεύεται όσον το δυνατόν συχνότερον, κατά τας οδηγίας του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Το άρθρ. 14 θέλει διαγραφή.
2.Διεθνής Σύμβασις περί καταστολής της σωματεμπορίας των ενηλίκων γυναικών υπογραφείσα εν Γενεύη την 11ην Οκτ. 1933.
Εις το άρθρ. 4 θέλουσι υποκατασταθή αι λέξεις «Διεθνές Δικαστήριον» εις τας λέξεις: «Διαρκές Δικαστήριον διεθνούς δικαιοσύνης» και αι λέξεις: «εις το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου» εις τας λέξεις: «εις το σχετικόν προς το ρηθέν Δικαστήριον Πρωτόκολλον της 16ης Δεκ. 1920».
Το άρθρ. 6 θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Η παρούσα Σύμβασις θέλει επικυρωθή. Από της 1ης Ιαν. 1948 τα όργανα επικυρώσεως θα διαβιβάζωνται εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όστις θέλει προβαίνει εις κοινοποίησιν περί της καταθέσεως αυτών προς όλα τα Κράτη μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και προς τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία θα έχη ανακοινώσει αντίγραφον της Συμβάσεως.
Το άρθρ. 7 θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Τα Κράτη μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θα δύνανται να προσχωρήσουν εις την παρούσαν Σύμβασιν. Τουταυτό ισχύει δια τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θα δύναται να αποφασίση όπως ανακοινώση επισήμως την παρούσαν Σύμβασιν.
Τα όργανα επικυρώσεως θα διαβιβάζωνται εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών όστις θέλει προβαίνει εις κοινοποίησιν περί της καταθέσεως αυτών προς όλα τα Κράτη μέλη ως και προς τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη ανακοινώσει αντίγραφον της Συμβάσεως.
Εις το άρθρ. 9 αι λέξεις: «Γενικός Γραμματεύς της Κοινωνίας των Εθνών» αντικαθίστανται δια των λέξεων: «Γενικός Γραμματεύς του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών».
Εις το άρθρ. 10 διαγράφονται αι πρώται τρεις παράγραφοι η δε τετάρτη θα έχη την ακόλουθον διατύπωσιν:
Ο Γενικός Γραμματεύς θέλει ανακοινώσει εις άπαντα τα Κράτη Μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ως και εις τα μη μέλη Κράτη εις τα οποία θα έχη ανακοινώσει αντίγραφον της Συμβάσεως τας καταγγελίας περί ων το άρθρ. 9.




ΘΕΜΑ

γ
Δουλεία
Βλ. και άρθρ. 323 του νέου Ποιν. Κώδικος.

1. ΝΟΜΟΣ
της 1 Μαρτ. /1 Απρ. 1841
Περί απαγορεύσεως της σωματεμπορίας.
Άρθρα 1-7
(Κατηργήθησαν υπό της τελευταίας παραγράφου του άρθρ. 473 του νέου Ποιν. Κώδικος, ως αφορώντα εις θέματα ρυθμιζόμενα υπό του άρθρ. 323 του κώδικος τούτου).
Άρθρον 8
Οι ελληνικοί πρόξενοι, υποπρόξενοι, και προξενικοί πράκτορες, ως προς τας εν τω παρόντι νόμω διαλαμβανομένας παραβάσεις, θέλουν θεωρείσθαι ως επί της ανακρίσεως υπάλληλοι, έχοντες το δικαίωμα να αρχίζουν και να περαιώνουν την ανάκρισιν, άνευ προηγουμένης παραγγελίας του εισαγγελέως.
Η ισχύς του άρθρου 8 είναι αμφίβολος μετά το εδ. ιθ΄ του άρθρου 591 του νέου Κώδικος Ποιν. Δικονομίας (τόμ. 9).
Άρθρον 9
Η Αρχή εις την οποίαν καταγγελθή η σωματεμπορία ή η απλή ανδραπόδων μετακόμισις ή άλλως πως πληροφορηθή περί ταύτης, η μεν ελληνική οφείλει, η δε ξένης δυνάμεως έχει το δικαίωμα να θέτη αμέσως τα αποτελούντα το αντικείμενον αυτής ανδράποδα εις ελευθερίαν.

2. ΝΟΜΟΣ 4473
της 10/26 Φεβρ. 1930
Περί κυρώσεως της διεθνούς περί των δούλων συμβάσεως.
Άρθρον 1
Κυρούται η εν Γενεύη από 15 Σεπτ. 1926 καταρτισθείσα και υπό των Ελλήνων αντιπροσώπων, δεόντως εξουσιδοτημένων, υπογραφείσα «σύμβασις περί δουλείας», ης το κείμενον επισυνάπτεται εν γαλλικώ και αγγλικώ πρωτοτύπω και εν ελληνική μεταφράσει.
Άρθρον 2
Ο ένοχος πράξεως εκ των αναγραφομένων εν άρθρ. 1 εδαφ. 2 της δια του παρόντος κυρουμένης συμβάσεως ή ο οπωσδήποτε συνεργήσας εις τοιαύτην υπόκειται εις την ποινήν του άρθρου 321 εδ. 3 του Ποινικού Νόμου, εφ’ όσον δεν συντρέχει περίπτωσις εφαρμογής βαρυτέρας ποινής. Εν περιπτώσει καταδίκης δια τας ανωτέρω πράξεις, έστω και εις επανορθωτικήν ποινήν, επέρχονται αυτοδικαίως αι συνέπειαι των άρθρ. 21, 23 και 33 του Ποιν. Νόμου.
Εις τας άνω διατάξεις αντιστοιχούν τα άρθρα 323 και 59-60 του νέου Ποιν. Κώδικος.
Σύμβασις περί δουλείας.
Το Βασίλειον των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, η Σουηδία, η Τσεχοσλοβακία, η Ουραγουάη, η Ιταλία, η Λεττονία, η Λιθουανία, η Νορβηγία, ο Παναμάς, η Περσία, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Αυστραλία, η Ένωσις Ν. Αφρικής, η Νέα Ζηλανδία, αι Ινδίαι, η Βουλγαρία, η Κίνα, η Κολομβία, η Κούβα, η Δανιμαρκία, η Ισπανία, η Εσθονία, η Αιθιοπία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Ελλάς, η Αλβανία, η Γερμανία, η Αυστρία, το Βέλγιον, η Αγγλία, ο Καναδάς.
Έχοντες υπ’ όψει την υπό των υπογραψάντων την γενικήν πράξιν της Συνδιασκέψεως των Βρυξελλών του 1889-90 εκπεφρασμένην στερράν πρόθεσίν των να θέσωσι τέρμα εις την εν Αφρική διεξαγομένην δουλεμπορίαν. έχοντες υπ’ όψει ότι οι υπογράψαντες την συμφωνίαν
του του 1919, σκοπούσαν την αναθεώρησιν της γενικής πράξεως του Βερολίνου του 1885 ως και της τοιαύτης συναφούς τη δηλώσει των Βρυξελλών του 1890, εδήλωσαν την πρόθεσίν των να εξαλείψωσιν ολοκληρωτικώς την δουλείαν, υφ’ όλας αυτής τας μορφάς, και
την εμπορίαν των δούλων κατά γην και κατά θάλασσαν. έχοντες υπ’ όψει την έκθεσιν της προσωρινής Επιτροπής της Δουλείας, διορισθείσης υπό του Συμβουλίου
της Κοινωνίας των Εθνών τη 12 Ιουνίου 1924. επιθυμούντες να αναπτύξωσι και συμπληρώσωσι το έργον της πράξεως των Βρυξελλών, ως και να εξεύρουν
τα κατάλληλα μέσα προς παγκόσμιον πραγματοποίησιν των εκπεφρασμένων διαθέσεων, όσον αφορά την δουλείαν και την εμπορίαν των δούλων, των υπογραψάντων
την συμφωνίαν του .
Αναγνωρίζοντες δε την ανάγκην συνομολογήσεως συμφωνίας λεπτομερεστέρας των εν τη προρρηθείση διαλαμβανομένων. κρίνοντες εξ άλλου αναγκαίον να προλάβωσι την δια της αναγκαστικής εργασίας δημιουργίαν συνθηκών αναλόγων προς τας της δουλείας, απεφάσισαν να συνάψωσι συμφωνίαν και διώρισαν αντιπροσώπους των
τους …..... (έπονται τα ονόματα των πληρεξουσίων), οίτινες μετά την προσαγωγήν των διαπιστευτηρίων των συνεφώνησαν τα εξής:
Άρθρον 1
Προς επίτευξιν του σκοπού της συμφωνίας ορίζεται
ότι 1)δουλεία είναι η κατάστασις ατόμου υποκειμένου
εις τας περί δικαίου της ιδιοκτησίας αρχάς ή τινας
εξ αυτών, 2)η εμπορία των δούλων περιλαμβάνει
πάσαν πράξιν συλλήψεως, αποκτήσεως, διαθέσεως
ατόμου, σκοπούσαν την εις δουλείαν υπαγωγήν αυτού,
πάσαν πράξιν προσκτήσεως δούλου επί σκοπώ
μεταπωλήσεως ή ανταλλαγής αυτού, πάσαν πράξιν
παραχωρήσεως κεκτημένου δούλου δια πράξεως πωλή-

Σελ. 119
σεως ή ανταλλαγής, και εν γένει πάσαν πράξιν εμπορίας ή μεταφοράς δούλων.
Άρθρον 2
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη, εφ’ όσον δεν έλαβον ήδη τα κατάλληλα μέτρα, υποχρεούνται, όσον αφορά τα εδάφη τα ευρισκόμενα υπό την κυριαρχίαν, επικυριαρχίαν, δικαιοδοσίαν, προστασίαν, ή κηδεμονίαν αυτών, α)να προλαμβάνωσι και να καταστέλλωσι την εμπορίαν, β)να επιδιώκωσι την παντελή εξάλειψιν της δουλείας, υφ’ όλας αυτής τας μορφάς βαθμηδόν και ως τάχιστα.
Άρθρον 3
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουσι την υποχρέωσιν να προέλθωσιν εις πάντα τα κατάλληλα οιαδήποτε μέτρα προς πρόληψιν ή δίωξιν της επιβιβάσεως, αποβιβάσεως, μεταφοράς δούλων εντός της αιγιαλίτιδος ζώνης και γενικώς επί παντός πλοίου φέροντος την σημαίαν αυτών. Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουσι την υποχρέωσιν να συνάψωσιν ως οιον τε τάχιστα γενικήν σύμβασιν περί εμπορίας των δούλων, παρέχουσαν δικαιώματα και επιβάλλουσαν υποχρεώσεις αναλόγους προς τας προβλεπομένας υπό της συμβάσεως της 27 Ιουνίου 1925 περί διεθνούς λαθρεμπορίου των όπλων (άρθρ. 12, 20, 21, 22, 23, 24) και § § 3, 4, 5 μέρους ΙΙ παραρτήματος ΙΙ), υπό την επιφύλαξιν της δεούσης προσαρμογής αυτών, εις τρόπον ώστε δια της γενικής ταύτης συμβάσεως τα πλοία οιασδήποτε συμβληθησομένης δυνάμεως, έστω και μικράς χωρητικότητος, δεν θα τίθενται εις ήσσονα μοίραν ετέρας τοιαύτης. Εξυπακούεται ότι προ της ενάρξεως της ισχύος της ως άνω γενικής συμβάσεως καθώς και μετά την έναρξιν της εφαρμογής αυτής, τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη, υπό την επιφύλαξιν της μη προσκρούσεως εις τας εν τη προηγουμένη παραγράφω καθορισθείσας αρχάς, είναι ελεύθερα να συνάψωσιν αναμεταξύ των πάσαν ιδιαιτέραν συμφωνίαν επιβαλλομένην εκ της ειδικής θέσεως ενός εκάστου εξ αυτών και κριθησομένην κατάλληλον προς ολοκληρωτικήν και ταχυτέραν εξάλειψιν της δουλείας.
Άρθρον 4
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη παρέχουσιν αμοιβαίως προς άλληλα πάσαν δυνατήν συνδρομήν επί τω σκοπώ εξαλείψεως της δουλείας και εμπορίας των δούλων.
Άρθρον 5
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουσιν ότι η προσφυγή εις την αναγκαστικήν ή υποχρεωτικήν εργασίαν δύναται να έχη σοβαράς συνεπείας και αναλαμβάνουσι την υποχρέωσιν έκαστον δια τα εδάφη τα διατελούντα υπό την εαυτού κυριαρχίαν, επικυριαρχίαν, δικαιοδοσίαν, προστασίαν ή κηδεμονίαν να λάβωσι τα κατάλληλα μέτρα όπως η υποχρεωτική ή αναγκαστική εργασία μη δημιουργήση συνθήκας αναλόγους προς εκείνας της δουλείας. Συμφωνούσιν ότι 1)υπό την επιφύλαξιν των μεταβατικών διατάξεων της ως άνω δευτέρας παραγράφου, προσφυγή εις την αναγκαστικήν ή υποχρεωτικήν εργασίαν δεν δύναται να λάβη χώραν παρά μόνον προς όφελος του δημοσίου, 2)εις μέρη όπου το είδος τούτο της εργασίας ενεργείται ουχί προς όφελος του δημοσίου τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη θα τείνωσι τας προσπαθείας των να θέσωσι βαθμηδόν και ταχέως τέρμα εις αυτό και εφ’ όσον υφίσταται θα ενεργήται μόνον εις εξαιρετικάς περιστάσεις, έναντι αντιστοίχου αμοιβής και άνευ της αναγκαστικής αλλαγής του συνήθως τόπου διαμονής των εργαζομένων, 3)πάντως αι αρμόδιαι κεντρικαί Αρχαί θα αναλαμβάνωσι την ευθύνην της προσφυγής εις την αναγκαστικήν ή υποχρεωτικήν εργασίαν.
Σελ. 120
Άρθρον 6
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουσι την υποχρέωσιν να προβώσιν εις τα σχετικά νομοθετικά μέτρα, όπως αι παραβάσεις των νόμων και διαταγμάτων, θεσπισθέντων δια την εφαρμογήν της παρούσης συμβάσεως τιμωρώνται αυστηρώς εν η περιπτώσει η ποινική νομοθεσία εκάστου εξ αυτών είναι ανεπαρκής προς τούτο.
Άρθρον 7
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουσι την υποχρέωσιν να κοινοποιήσωσι προς άλληλα και εις την γενικήν γραμματείαν της Κοινωνίας των Εθνών πάντα νόμον ή κανονισμόν ον ήθελον θεσπίσει προς εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης συμβάσεως.
Άρθρον 8
Τα υψηλά συμβαλλόμενα μέρη συνεφώνησαν ότι δια πάσαν διαφοράν αναφυησομένην επ’ ευκαιρία της ερμηνείας ή της εφαρμογής της παρούσης συμβάσεως, μη λυθησομένην δε δια της αμέσου συνεννοήσεως, κατάλληλον προς εκδίκασιν αυτής είναι το διαρκές διεθνές δικαστήριον. Εν η περιπτώσει τα μέρη μεταξύ των οποίων ανεφύη διαφορά ή τινα εξ αυτών δεν έχουσιν υπογράψει το πρωτόκολλον της 16 Δεκεμβρίου, η λύσις της διαφοράς θα ανατεθή, τη οικεία βουλήσει και συμφώνως προς τας συνταγματικάς αρχάς εκάστου εξ αυτών, είτε εις το Διαρκές Διεθνές Δικαστήριον, είτε εις διαιτητικόν δικαστήριον, ούτινος η σύστασις ρυθμίζεται υπό της συμβάσεως της 18 Οκτ. 1907 περί της ειρηνικής λύσεως των διεθνών διαφορών, είτε εις οιοδήποτε άλλο διαιτητικόν δικαστήριον.
Άρθρον 9
Έκαστον των Υψηλών συμβαλλομένων Μερών είναι ελεύθερον να δηλώση είτε κατά την υπογραφήν ή κατά την επικύρωσιν ή προσχώρησιν αυτού ότι, καθ’ όσον αφορά την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης συμβάσεως ή μερικών εξ αυτών, η παραδοχή των δεν δεσμεύει είτε το σύνολον της επικρατείας του είτε μέρος αυτής, ευρισκόμενον υπό την κυριαρχίαν, επικυριαρχίαν, προστασίαν, δικαιοδοσίαν, ή κηδεμονίαν αυτού, και δύναται μεταγενεστέρως να προσχωρήση χωριστά, δια το σύνολον ή δι’ ωρισμένας διατάξεις, επ’ ονόματι του μέρους τούτου.
Άρθρον 10
Εν η περιπτώσει εν εκ των Υψηλών συμβαλλομένων Μερών ήθελε καταγγείλει την παρούσαν σύμβασιν, η καταγγελία θα κοινοποιηθή γραπτώς εις τον γενικόν γραμματέα της Κοινωνίας των Εθνών, όστις θα κοινοποιήση γνήσιον επικυρωμένον αντίγραφον αυτής εις τα λοιπά συμβαλλόμενα Μέρη, μετά της αναγραφής της ημερομηνίας της υπ’ αυτού λήψεως της κοινοποιήσεως. Η καταγγελία δεν θα ισχύση παρά μόνον έναντι του κοινοποιήσαντος αυτήν Μέρους και εν έτος μετά την λήψιν της κοινοποιήσε-
ως υπό του γενικού γραμματέως της Κοινωνίας των Εθνών. Η καταγγελία δύναται να γίνη χωριστά δι’ έκαστον τμήμα εδάφους διατελούντος υπό την κυριαρχίαν, επικυριαρχίαν, προστασίαν, δικαιοδοσίαν, κηδεμονίαν του καταγγέλοντος Μέρους.
Άρθρ.11.-Η παρούσα σύμβασις, ήτις θα φέρη σημερινήν ημερομηνίαν και της οποίας έχουσιν αυθεντικότητα το τε γαλλικόν και το αγγλικόν κείμενον, θα ευρίσκηται μέχρι της 1 Απρ. 1927 εις την διάθεσιν των Κρατών των απαρτιζόντων την Κοινωνίαν των Εθνών, προς υπογραφήν. Μετά την προθεσμίαν ταύτην ο γενικός γραμματεύς της Κ.Τ.Ε. θα φέρη την παρούσαν σύμβασιν εις γνώσιν των μη υπογραψάντων Κρατών, ως και εκείνων άτινα δεν είναι μέλη της Κ.Τ.Ε., ίνα προσχωρήσωσι. Το επιθυμούν να προσχωρήση Κράτος οφείλει να γνωστοποιήση την πρόθεσίν του ταύτην εις τον γενικόν γραμματέα της Κ.Τ.Ε., αποστέλλον συγχρόνως και το έγγραφον της προσχωρήσεώς του, όπερ θα κατατεθή εις τα αρχεία της Κ.Τ.Ε. Ο γενικός γραμματεύς θα κοινοποιήση αμέσως προς πάντα τα Υψηλά συμβαλλόμενα Μέρη κεκυρωμένον αντίγραφον της κοινοποιήσεως, ως και το έγγραφον της προσχωρήσεως μετά της αναγραφής της ημερομηνίας της λήψεως αυτού.
Άρθρ.12.-Η παρούσα σύμβασις θα επικυρωθή και αι πράξεις της επικυρώσεως θα κατατεθώσιν εις το γραφείον του γενικού γραμματέως της Κ.Τ.Ε., μέσω του οποίου η επικύρωσις θα κοινοποιηθή εις τα Υψηλά συμβαλλόμενα Μέρη.
Η σύμβασις ισχύει έναντι εκάστου Κράτους από της ημερομηνίας της επικυρώσεως ή της εις αυτήν προσχωρήσεώς του.
Εφ’ ω οι πληρεξούσιοι υπέγραψαν εν Γενεύη τη 25 Σεπτ. 1926 εφ’ ενός και μόνον αντιτύπου, όπερ κατατεθήσεται εις τα αρχεία της Κ.Τ.Ε., ενώ γνήσιον επικυρωμένον αντίγραφον θα δοθή εκάστω των προσυπογραψάντων Κρατών.

3. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 2965
της 10/23 Αυγ. 1954
Περί κυρώσεως του Πρωτοκόλλου του τροποποιούντος την Σύμβασιν της Γενεύης «περί Δουλείας» του 1926, υπογραφέντος εν Ν. Υόρκη την 7 Δεκ. 1953.
Άρθρον μόνον. Κυρούται και έχει πλήρη και νόμιμον ισχύν το υπό της Ελλάδος υπογραφέν εν Νέα Υόρκη την 7ην Δεκ. 1953 Πρωτόκολλον μετά του Παραρτήματος αυτού δι’ ου τροποποιείται η εν Γενεύη υπογραφείσα την 25ην Σεπτ. 1926 Σύμβασις περί δουλείας.
Η ισχύς δια την Ελλάδα του εν λόγω Πρωτοκόλλου και του Παραρτήματος αυτού, ων τα κείμενα έπονται εν γαλλικώ πρωτοτύπω και μεταφράσει εις την ελληνικήν, άρχεται κατά τα οριζόμενα υπό των σχετικών διατάξεων του άρθρ. 3 του Πρωτοκόλλου.
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Τροποποιούν την εν Γενεύη υπογραφείσαν την 25ην Σεπτ. 1926 σύμβασιν περί δουλείας.
Τα συμβαλλόμενα εις το παρόν Πρωτόκολλον Κράτη,
Υπ’ όψιν λαμβάνοντα ότι η εν Γενεύη υπογραφείσα την 25ην Σεπτ. 1926 σύμβασις περί δουλείας (εφεξής επονομαζομένη «η Σύμβασις») ενεπιστεύθη εις την Κοινωνίαν των Εθνών ωρισμένας λειτουργίας και καθήκοντα, και
Υπ’ όψιν λαμβάνοντα, ότι είναι σκόπιμον όπως τα εν λόγω καθήκοντα και λειτουργίαι αναληφθώσιν εφεξής υπό του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Συνωμολόγησαν τας κάτωθι διατάξεις:
Άρθρ.Ι.-Τα συμβαλλόμενα εις το παρόν Πρωτόκολλον Κράτη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να αποδώσουν μεταξύ των, συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου, πλήρη νομικήν ισχύν εις τας τροποποιήσεις του οργάνου τούτου, ως διαλαμβάνονται εις το παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου, θέσουν ταύτας εν ισχύϊ και εξασφαλίσουν την εφαρμογήν των.
Άρθρ.ΙΙ.-1.Το παρόν Πρωτόκολλον θέλει ανοιχθή προς υπογραφήν ή αποδοχήν υφ’ όλων των συμβληθέντων εις την Σύμβασιν Κρατών προς τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη ανακοινώσει προς τούτο αντίγραφον του ως άνω Πρωτοκόλλου.
2.Τα Κράτη δύνανται να καταστούν μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου:
α)Υπογράφοντα τούτο άνευ επιφυλάξεως ως προς την αποδοχήν.
β)Υπογράφοντα τούτο υπό επιφύλαξιν αποδοχής και αποδεχόμενα τούτο μεταγενεστέρως.
γ)Αποδεχόμενα τούτο.
3.Η αποδοχή θα πραγματοποιηθή δια της καταθέσεως παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών του οικείου οργάνου.
Άρθρ.ΙΙΙ.-1.Το παρόν Πρωτόκολλον θέλει τεθή εν ισχύϊ κατά την ημερομηνίαν καθ’ ην δύο Κράτη θέλουσι καταστή μέλη αυτού, ακολούθως θα τεθή εν ισχύϊ, δι’ έκαστον Κράτος από της ημερομηνίας καθ’ ην το Κράτος τούτο θέλει καταστή μέρος του Πρωτοκόλλου.
2.Αι τροποποιήσεις αι διαλαμβανόμεναι εις
το παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου
θέλουσι τεθή εν ισχύϊ εφ’ ης είκοσι τρία
Κράτη καταστούν μέρη του ρηθέντος Πρωτοκόλλου. Κατά συνέπειαν, παν Κράτος καθιστά-




(Αντί της σελ. 121) Σελ. 121(α)
Μ-35
μενον μέρος της Συμβάσεως μετά την θέσιν εν ισχύϊ των τροποποιήσεων της Συμβάσεως ταύτης, θα καθίσταται μέρος της ούτω τροποποιηθείσης Συμβάσεως.
Άρθρ.IV.-Συμφώνως προς την παράγραφον 1 του άρθρ. 102 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και τον δια την εφαρμογήν του υιοθετηθέντα υπό της Γενικής Συνελεύσεως κανονισμόν, ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών εξουσιοδοτείται να καταχωρήση κατά τας αντιστοίχους προς την θέσιν αυτών εν ισχύϊ ημερομηνίας τόσον το παρόν Πρωτόκολλον όσον και τας εις την Σύμβασιν επενεχθείσας δια του ρηθέντος Πρωτοκόλλου τροποποιήσεις, και να δημοσιεύση ευθύς μετά την καταχώρησιν, το Πρωτόκολλον και το τροποποιηθέν κείμενον της Συμβάσεως.
Άρθρ.V.-Το παρόν Πρωτόκολλον, ου τα κείμενα εις την αγγλικήν, κινεζικήν, ισπανικήν, γαλλικήν και ρωσσικήν τυγχάνουν εξ ίσου αυθεντικά, θέλει κατατεθή εις τα αρχεία της Γραμματείας του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Δοθέντος ότι τα κείμενα της Συμβάσεως, ήτις δέον να τροποποιηθή ως προβλέπεται εν τω παραρτήματι είναι αυθεντικά μόνον εις την αγγλικήν και γαλλικήν, τα εις την γαλλικήν και αγγλικήν κείμενα του Παραρτήματος θέλουσι θεωρηθή ως αυθεντικά, τα δε εις την κινεζικήν, ισπανικήν και ρωσσικήν κείμενα ως μεταφράσεις.
Ο Γενικός Γραμματεύς θέλει συντάξη κεκυρωμένα αντίγραφα του Πρωτοκόλλου, συμπεριλαμβανομένου και του Παραρτήματος, επί τω τέλει της ανακοινώσεώς των προς τα συμβληθέντα εις την Σύμβασιν Κράτη ως και προς άπαντα τα λοιπά Κράτη μέλη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Ευθύς ως αι προβλεπόμεναι εν άρθρ. ΙΙΙ τροποποιήσεις τεθούν εν ισχύϊ, ο Γενικός Γραμματεύς θέλει ομοίως συντάξει κεκυρωμένα αντίγραφα της ούτω τροποποιηθείσης Συμβάσεως επί τω τέλει της ανακοινώσεώς της προς τα διάφορα Κράτη, συμπεριλαμβανομένων των Κρατών μη μελών του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Εις πίστωσιν των ανωτέρω οι υποφαινόμενοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπό των οικείων αυτών Κυβερνήσεων υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλον κατά την ημερομηνίαν ήτις αναγράφεται παρά ταις οικείοις αυτών υπογραφαίς.
Εγένετο εις την Έδραν του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, εν Νέα Υόρκη τη 7η Δεκ. 1953.









Σελ. 122(α)
Μ-36

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Πρωτοκόλλου τροποποιούντος την εν Γενεύη υπογραφείσαν την 25ην Σεπτ. 1926 Σύμβασιν περί Δουλείας.
Εις το άρθρ. 7, να αντικατασταθούν οι λέξεις «εις τον Γενικόν Γραμματέα της Κοινωνίας των Εθνών» δια των λέξεων «εις τον Γενικόν Γραμματέα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών».
Εις το άρθρ. 8, να αντικατασταθούν αι λέξεις «το Διαρκές Δικαστήριον Διεθνούς Δικαιοσύνης» δια των λέξεων «το Διεθνές Δικαστήριον Δικαιοσύνης» να αντικατασταθούν αι λέξεις «εις το Πρωτόκολλον της 16ης Δεκ. 1920, περί Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης «δια των λέξεων» εις το Καταστατικόν του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης».
Εις το άρθρ. 10, εις την πρώτην και την δευτέραν παράγραφον, να αντικατασταθούν αι λέξεις «η Κοινωνία των Εθνών» δια των λέξεων «ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών».
Εις το άρθρ. 11, να αντικατασταθούν αι τρείς τελευταίαι παράγραφοι δια του κάτωθι κειμένου.
«Η παρούσα Σύμβασις θέλει ανοιχθή προς προσχώρησιν εις όλα τα Κράτη, συμπεριλαμβανομένων των Κρατών μη μελών του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, προς τα οποία ο Γενικός Γραμματεύς θα έχη διαβιβάσει κεκυρωμένον αντίγραφον της Συμβάσεως.
«Η προσχώρησις θα πραγματοποιηθή δια της καταθέσεως του οικείου οργάνου, παρά τω Γενικώ Γραμματεί του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, όστις θέλει γνωστοποιήσει ταύτην προς άπαντα τα συμβληθέντα εις την Σύμβασιν Κράτη ως και προς τα λοιπά Κράτη τα προβλεπόμενα εν τω παρόντι άρθρω, γενομένης μνείας περί της ημερομηνίας καθ’ ην κατετέθη έκαστον των ρηθέντων οργάνων προσχωρήσεως».
Εις το άρθρ. 12, να αντικατασταθούν αι λέξεις «η Κοινωνία των Εθνών» δια των λέξεων «ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών».


4. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1145
της 29 Απρ. /30 Ιουν. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 105)
Περί κυρώσεως συμπληρωματικής συμβάσεως δια την κατάργησιν της Δουλείας, της Εμπορίας των Δούλων και παρεμφερών προς την Δουλείαν θεσμών και πρακτικής.
Άρθρον μόνον.-Κυρούται και έχει ισχύν νόμου ή εις τα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών εν Γενεύη, την 7ην Σεπτ. 1956, υπογραφείσα πολυμερής Συμπληρωματική Σύμβασις δια την κατάργησιν της Δουλείας, της Εμπορίας των Δούλων και παρεμφερών προς την Δουλείαν θεσμών και πρακτικής, ης το κείμενον έπεται εις την γαλλικήν και εν μεταφράσει εις την ελληνικήν γλώσσαν.
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΙΣ
Σχετική προς την κατάργησιν της δουλείας, της εμπορίας των δούλων και παρεμφερών προς την δουλείαν θεσμών και πράξεων ή συνηθειών.
ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Τα Κράτη-μέλη της παρούσης Συμβάσεως,
Θεωρούντα την ελευθερίαν ως δικαίωμα το οποίον παν ανθρώπινον ον αποκτά εκ γενετής,
Συνειδότα του ότι οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών διεβεβαίωσαν εκ νέου δια του Καταστατικού Χάρτου την πίστιν των εις την αξιοπρέπειαν και την αξίαν της ανθρωπίνης προσωπικότητος,
Λαμβάνοντα υπ’ όψιν την παγκόσιμιον διακήρυξιν περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οποίαν η Γενική Συνέλευσις εκήρυξεν ως το κοινόν ιδεώδες προς επίτευξιν υπό πάντων των λαών και των Εθνών, θεσπίζουν ότι ουδείς θέλει τεθή υπό καθεστώς δουλείας ή άλλης παρομοίας δεσμεύσεως, και ότι η δουλεία και η εμπορία δούλων υφ’ όλας των τας μορφάς, απαγορεύονται.
Αναγνωρίζοντα ότι, από της συνάψεως εν Γενεύη, την 15ην Σεπτ. 1926, της σχετικής προς την δουλείαν Συμβάσεως, ήτις απεσκόπει εις την κατάργησιν της δουλείας και της εμπορίας των δούλων, νέαι πρόοδοι συνετελέσθησαν προς την κατεύθυνσιν ταύτην.
Λαμβάνοντα υπ’ όψιν την Σύμβασιν του 1930 επί της καταναγκαστικής εργασίας, ως και τα μετέπειτα πεπραγμένα του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας καθ’ όσον αφορά την καταναγκαστικήν υποχρεωτικήν εργασίαν.
Διαπιστούται εν τούτοις ότι η δουλεία, η εμπορία των δούλων και οι ανάλογοι προς την δουλείαν θεσμοί και αι συνήθειαι δεν εξηλείφθησαν εισέτι εις όλας τας περιοχάς του κόσμου.
Αποφασίσαντα κατά συνέπειαν ότι εις την Σύμβασιν του 1926 ήτις εξακολουθεί ισχύουσα, δέον ήδη να προστεθή μία συμπληρωματική σύμβασις, με προορισμόν όπως εντείνη τας προσπαθείας, τόσον τας εθνικάς όσον και τας διεθνείς, τας σκοπούσας εις την κατάργησιν της δουλείας, της εμπορίας των δούλων και των αναλόγων προς την δουλείαν θεσμών και πράξεων ή συνηθειών.
Απεδέχθησαν τα εξής:
ΤΜΗΜΑ Ι
Θεσμοί και συνήθειαι ανάλογοι προς την
δουλείαν
Άρθρ.1.-Έκαστον των Κρατών των συμβαλλομένων δια της παρούσης Συμβάσεως, θα λάβη άπαντα τα μέτρα νομοθετικά ή και έτερα μέτρα, άτινα θα κριθούν πραγματοποιήσιμα και αναγκαία προς επίτευξιν βαθμιαίως και το δυνατόν συντομώτερον, της πλήρους καταργήσεως ή της εγκαταλείψεως των ακολούθων θεσμών και πράξεων ή συνηθειών, εκεί ένθα υφίστανται εισέτι, των περιεχομένων, ή μη εις τον ορισμόν της δουλείας τον αναφερόμενον εις το πρώτον άρθρον της Συμβάσεως της σχετικής προς την δουλείαν, την υπογραφείσαν εν Γενεύη την 25ην Σεπτ. 1926:
α)Της δουλείας δια χρέη, ήτοι της θέσεως ή καταστάσεως της προκυπτούσης εκ του γεγονότος ότι εις οφειλέτης είναι ηναγκασμένος να παράσχη ως εγγύησιν ενός χρέους τας προσωπικάς του υπηρεσίας ή τας υπηρεσίας προσώπου επί του οποίου ασκεί εξουσίαν, εις περίπτωσιν καθ’ ην η κατά δικαίαν κρίσιν αξία των υπηρεισιών του δεν προορίζεται εις την εξόφλησιν του χρέους, ή εάν η διάρκεια των υπηρεσιών του δεν είναι περιωρισμένη και δεν έχει προσδιορισθή ο χαρακτήρ τούτων.
β)Της δουλοπαροικίας, ήτοι της καταστάσεως οιουδήποτε υποχρεουμένου εκ του νόμου, εξ εθίμου ή συμφωνίας, να διαβιοί και να εργάζεται εις γην ανήκουσαν εις έτερον πρόσωπον, και να παρέχη προς το εν λόγω έτερον πρόσωπον έναντι αμοιβής ή δωρεάν, ωρισμένας συγκεκριμένας υπηρεσίας, χωρίς να δύναται να μεταβάλη την κατάστασίν του.
γ)Παντός θεσμού, ή συνηθείας, δυνάμει της οποίας:
Ι)Μία γυνή, χωρίς η ιδία να έχη το δικαίωμα να αρνηθή, εδόθη δι’ υποσχέσεως εις γάμον, μεσολαβούσης συναλλαγής εις χρήμα ή εις είδος του ανταλλάγματος καταβληθέντος προς τους γονείς της, προς τον κηδεμόνα της, προς την οικογένειάν της, ή προς οιονδήποτε πρόσωπον ή όμιλον προσώπων.
ΙΙ)Ο σύζυγος μιας γυναικός, η οικογένεια ή η φυλή τούτου έχουν το δικαίωμα να την παραχωρήσουν προς τρίτον έναντι επαχθούς ανταλλάγματος ή άλλως πως.
ΙΙΙ)Η γυνή δύναται μετά τον θάνατον του συζύγου της να μεταβιβάζεται κληρονομικώς προς έτερον πρόσωπον.










(Μετά την σελ. 122(α) Σελ. 122,001
Τεύχος 470-Σελ. 23
δ)Παντός θεσμού ή συνηθείας δυνάμει της οποίας εν τέκνον ή εις έφηβος μικρότερος των δεκαοκτώ ετών, παραδίδεται, είτε υπό των γονέων του, είτε παρ’ ενός τούτων, είτε παρά του κηδεμόνος του, προς τρίτον, έναντι πληρωμής ή όχι, με προοπτικήν εκμεταλλεύσεως του προσώπου ή της εργασίας του εν λόγω τέκνου ή εφήβου.
Άρθρ.2.-Προκειμένου να τεθή τέρμα εις τους θεσμούς και συνηθείας τας αναφερομένας εις την παρ. γ΄ του πρώτου άρθρου της Συμβάσεως, τα συμβαλλόμενα Κράτη υποχρεούνται να καθορίσουν όπου παρίσταται ανάγκη τα ελάχιστα όρια ηλικίας κατάλληλα δια τον γάμον, να ενθαρρύνουν την προσφυγήν εις την διαδικασίαν την επιτρέπουσαν εις αμφοτέρους τους μέλλοντας συζύγους όπως εκφράσουν ελευθέρως την συναίνεσίν των δια τον γάμον, παρουσία αρμοδίας πολιτικής ή θρησκευτικής αρχής, και να ενθαρρύνουν την καταχώρησιν των γάμων.
ΤΜΗΜΑ ΙΙ
Δουλεμπόριον
Άρθρ.3.-1.Το γεγονός της μεταφοράς ή της αποπείρας μεταφοράς δούλων, από χώρας εις χώραν δι’ οιουδήποτε συγκοινωνιακού μέσου, ή το γεγονός της συνεργείας εις τας ως άνω πράξεις, θα συνιστά ποινικόν αδίκημα έναντι της νομοθεσίας των Κρατών - μελών της Συμβάσεως, και τα πρόσωπα τα αποδεικνυόμενα ένοχα τοιούτου αδικήματος θα υπόκεινται εις αυστηροτάτας ποινάς.
2.α)Τα Κράτη -μέλη θα λάβουν άπαντα τα αποτελεσματικά μέτρα προς παρεμπόδισιν των πλοίων και των αεροσκαφών των τελούντων υπό την σημαίαν των όπως μεταφέρουν δούλους, και προς τιμωρίαν, των ενόχων τοιούτων πράξεων προσώπων ή ενόχων χρησιμοποιήσεως της εθνικής σημαίας προς τον σκοπόν τούτον.
β)Τα Κράτη - μέλη θα λάβουν άπαντα τα αποτελεσματικά μέτρα όπως οι λιμένες των, τα αεροδρόμιά των και αι ακταί των μη χρησιμοποιούνται δια μεταφοράν δούλων.
3.Τα Κράτη μέλη της Συμβάσεως, θα ανταλλάσσουν πληροφορίας προκειμένου να εξασφαλίσουν τον πρακτικόν συντονισμόν των λαμβανομένων παρ’ αυτών μέτρων εις τον αγώνα κατά της δουλεμπορίας και θα πληροφορούν αμοιβαίως άλληλα επί πάσης περιπτώσεως δουλεμπορίας και πάσης αποπείρας αδικήματος τοιαύτης φύσεως ήτις ήθελε περιέλθη εις γνώσιν των.
Άρθρ.4.-Πας δούλος όστις καταφεύγει επί πλοίου ενός Κράτους - μέλους υπογράψαντος εις την παρούσαν Σύμβασιν θα καθίσταται αυτομάτως ελεύθερος.



Σελ. 122,002
Τεύχος 470-Σελ. 24

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ
Δουλεία, θεσμοί ή έθιμα ανάλογοι προς την
δουλείαν
Άρθρ.5.-Εις χώραν ένθα η δουλεία ή οι θεσμοί και τα έθιμα άτινα διαλαμβάνονται εν τω πρώτω άρθρω της Συμβάσεως δεν έχουν εισέτι τελείως καταργηθή και εγκαταλειφθή, το γεγονός του ακρωτηριασμού, της σφραγίσεως δια πυρωμένου σιδήρου ή άλλως πως ενός δούλου ή ενός προσώπου τελούντος εις κατάστασιν δουλείας - ανεξαρτήτως εάν τούτο γίνεται προς ένδειξιν της καταστάσεώς του, προς επιβολήν τιμωρίας ή δι’ άλλον τινά λόγον - ή το γεγονός της συνενοχής εις τοιαύτας πράξεις, θα συνιστά ποινικόν αδίκημα έναντι της νομοθεσίας των Κρατών - μελών της Συμβάσεως και τα πρόσωπα τα αποδεικνυόμενα ένοχα θα υπόκεινται εις ποινήν.
Άρθρ.6.-1.Το γεγονός της υποταγής προσώπου τινός εις δουλείαν ή της προτροπής προσώπου τινός προς απάρνησιν της ελευθερίας του ή της ελευθερίας προσώπου εξαρτωμένου εξ αυτού προς υποταγήν εις δουλείαν, θα συνιστά ποινικόν αδίκημα έναντι της νομοθεσίας των Κρατών - μελών της παρούσης Συμβάσεως, και τα αποδεικνυόμενα ένοχα πρόσωπα θα υπόκεινται εις ποινήν.
Τούτ’ αυτό θα ισχύει δια την συμμετοχήν εις συνεννόησιν επί τω σκοπώ τούτω, δια την απόπειραν και δια την συνεργείαν.
2.Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της εισαγωγικής παραγράφου του πρώτου άρθρου της Συμβάσεως, αι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου θα εφαρμόζωνται επίσης και επί της περιπτώσεως προτροπής προσώπου τινός όπως τεθή ή όπως θέση πρόσωπον τελούν υπό την εξουσίαν του, εις κατάστασιν δουλείας ως αποτέλεσμα ενός εκ των θεσμών ή εθίμων περί ων το άρθρ. 1ον. Τούτ’ αυτό θα ισχύη και δια την συμμετοχήν εις μίαν συνεννόησιν επί τω σκοπώ τούτω, δια την απόπειραν και δια την συνεργείαν.






ΤΜΗΜΑ IV
Ορισμοί
΄Αρθρ.7.-Δια τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως:
α)Η «δουλεία» ως αύτη καθορίζεται εις την σχετική προς την δουλείαν Σύμβασιν του 1926, είναι η θέσις ή η κατάστασις ενός ατόμου επί του οποίου ασκούνται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας ή ωρισμένα εκ τούτων, και ο «δούλος» είναι το άτομον το οποίον ευρίσκεται εις την κατάστασιν ή την θέσιν ταύτην.
β)Το «πρόσωπον το τελούν υπό κατάστασιν δουλείας» είναι το τεθέν εις την θέσιν ή την κατάστασιν την απορρέουσαν εξ ενός των θεσμών ή εθίμων διαλαμβανομένων εν τω άρθρω πρώτω της παρούσης Συμβάσεως.
γ)Η «δουλεμπορία» καθορίζει και περιλαμβάνει πάσαν πράξιν αιχμαλωσίας, κτήσεως ή εκχωρήσεως ενός προσώπου προς τον σκοπόν υποδουλώσεως αυτού: πάσα πράξις κτήσεως δούλου προς τον σκοπόν πωλήσεώς του ή ανταλλαγής του. πάσα πράξις εκχωρήσεως δια πωλήσεως ή ανταλλαγής προσώπου αποκτηθέντος προς τον σκοπόν πωλήσεως ή ανταλλαγής του, προς τούτοις δε γενικώτερον πάσα πράξις εμπορίας ή μεταφοράς δούλων, οιονδήποτε και αν είναι το χρησιμοποιούμενον μέσον μεταφοράς.
ΤΜΗΜΑ V
Συνεργασία μεταξύ των Κρατών-μελών και
γνωστοποίησις πληροφοριών
΄Αρθρ.8.-1.Τα Κράτη-μέλη της Συμβάσεως, αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως παρέχουν αμοιβαίως την συνδρομήν των και όπως συνεργάζωνται μετά του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών προς εφαρμογήν των προαναφερθεισών διατάξεων.
2.Τα μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως γνωστοποιούν προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών αντίγραφον παντός νόμου, παντός κανονισμού και πάσης διοικητικής αποφάσεως λαμβανομένης ή τιθεμένης εν ισχύϊ προς εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως.
3.Ο Γενικός Γραμματεύς θα κοινοποιή τα λαμβανόμενα πληροφοριακά στοιχεία δυνάμει της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, εις τα λοιπά μέλη και εις το Οικονομικόν και Κοινωνικόν Συμβούλιον ως στοιχεία τεκμηριώσεως δια πάσαν συζήτησιν την οποίαν το Συμβούλιον ήθελε διεξαγάγη προκειμένου να προβή εις νέας συστάσεις δια την κατάργησιν της δουλείας, της δουλεμπορίας ή των θεσμών και εθίμων των αποτελούντων αντικείμενον της Συμβάσεως.
ΤΜΗΜΑ VI
Τελικαί διατάξεις
΄Αρθρ.9.-Δεν θα επιτραπή ουδεμία επιφύλαξις εις την Σύμβασιν.
΄Αρθρ.10.-Πάσα διαφορά μεταξύ των Κρατών-μελών της παρούσης Συμβάσεως, αφορώσα την ερμηνείαν της ή την εφαρμογήν της, η οποία δεν θα ηδύνατο να διακανονισθή δια της οδού των διαπραγματεύσεων, θα υποβάλληται προς το Διεθνές Δικαστήριον τη αιτήσει ενός των υπό διένεξιν κρατών, εκτός αν τα ενδιαφερόμενα μέρη συμφωνήσουν επί ετέρου τρόπου διευθετήσεως.
΄Αρθρ.11.-1.Η παρούσα Σύμβασις θα είναι ανοικτή προς υπογραφήν μέχρι της 1ης Ιουλ. 1957 εκ μέρους παντός Κράτους-μέλους των Ηνωμένων Εθνών ή εξειδικευμένου οργανισμού. Θέλει υποβληθή προς κύρωσιν εκ μέρους των υπογραψάντων κρατών και τα έγγραφα κυρώσεως θα κατατεθούν παρά τω Γενικώ Γραμματεί των Ηνωμένων Εθνών όστις θέλει πληροφορήση σχετικώς άπαντα τα υπογράψαντα ή προσχωρήσαντα Κράτη.
2.Μετά την 1ην Ιουλ. 1956, η Σύμβασις θα είναι ανοικτή δια προσχώρησιν εκ μέρους παντός Κράτους-μέλους των Ηνωμένων Εθνών ή εξειδικευμένου οργανισμού, ή παρ’ οιουδήποτε άλλου Κράτους προς το οποίον ήθελεν απευθυνθή μία πρόσκλησις προσχωρήσεως εκ μέρους της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών. Η προσχώρησις θα διενεργηθή δια την καταθέσεως ενός επισήμου εγγράφου παρά τω Γενικώ Γραμματεί των Ηνωμένων Εθνών όστις θέλει πληροφορήση σχετικώς άπαντα τα υπογράψαντα ή προσχωρήσαντα Κράτη.
΄Αρθρ.12.-1.Η παρούσα Σύμβασις θα εφαρμοσθή εις όλας τας μη αυτονόμους επικρατείας, τας τελούσας υπό κηδεμονίαν (προστασίαν), τας αποικιακάς και άλλας μη μητροπολιτικάς επικρατείας τας οποίας έν συμβαλλόμενον Κράτος αντιπροσωπεύει επί διεθνούς επιπέδου. Το ενδιαφερόμενον κράτος οφείλει, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, κατά τον χρόνον της υπογραφής ή της κυρώσεως της Συμβάσεως, ή και της προσχωρήσεως ακόμη εις την παρούσαν Σύμβασιν, να δηλώση την ή τας μη μητροπολιτικάς επικρατείας επί των οποίων θα εφαρμοσθή η παρούσα Σύμβασις αυτομάτως μετά την εν λόγω υπογραφήν, κύρωσιν ή προσχώρησιν.
2.Εις περίπτωσιν καθ’ ην είναι αναγκαία η προηγουμένη συναίνεσις μιας μη μητροπολιτικής επικρατείας δυνάμει των συνταγματικών νόμων ή συνηθειών του συμβαλλομένου κράτους ή της μη μητροπολιτικής επικρατείας, το συμβαλλόμενον
κράτος δέον να προσπαθήση να επιτύχη, εντός
προθεσμίας δώδεκα μηνών από της ημερομηνίας της εκ μέρους του υπογραφής, την συναίνε-

(Μετά την σελ. 122,002) Σελ. 122,003
Τεύχος 470-Σελ. 25
σιν της μη μητροπολιτικής επικρατείας ήτις είναι αναγκαία, και, όταν ληφθή η εν λόγω συναίνεσις το συμβαλλόμενον κράτος δέον να κοινοποιήση αυτήν προς τον Γενικόν Γραμματέα. Από της ημερομηνίας λήψεως εκ μέρους του Γενικού Γραμματέως της εν λόγω κοινοποιήσεως, η Σύμβασις θα εφαρμόζεται εις την ή τας υπ’ αυτής οριζομένας επικρατείας.
3.Μετά την λήξιν της προθεσμίας των δώδεκα μηνών της αναφερομένης εις της προηγουμένην παράγραφον, τα ενδιαφερόμενα κράτη θα γνωστοποιούν προς τον Γενικόν Γραμματέα τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων μετά των μη μητροπολιτικών επικρατειών των οποίων αναλαμβάνουν τας διεθνείς σχέσεις και των οποίων η συναίνεσις δια την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως δεν θα είχε δοθεί.
΄Αρθρ.13.-1.Η Σύμβασις θέλει τεθή εν ισχύϊ κατά την ημερομηνίαν καθ’ ην δύο Κράτη θα συμβληθούν δια ταύτης.
2.Εν συνεχεία θέλει τεθή εν ισχύϊ όσον αφορά έκαστον Κράτος και Επικράτειαν, κατά την ημερομηνίαν καταθέσεως του εγγράφου επικυρώσεως ή προσχωρήσεως του ενδιαφερομένου Κράτους ή της κοινοποιήσεως εφαρμογής εις την επικράτειαν ταύτην.
΄Αρθρ.14.-1.Η εφαρμογή της παρούσης Συμβάσεως θέλει διαιρεθή εις περιόδους διαδοχικάς εκ τριών ετών εκάστη, ων η πρώτη θα άρχεται από της ημερομηνίας θέσεως εν ισχύϊ της συμβάσεως συμφώνως προς την παρ. 1 του άρθρ. 13.
2.Παν συμβαλλόμενον κράτος θα δύναται να καταγγέλη την παρούσαν Σύμβασιν, απευθύνον προς τον Γενικόν Γραμματέα μίαν κοινοποίησιν τουλάχιστον έξ μήνας προ της λήξεως της τρεχούσης τριετούς περιόδου. Ούτος θα γνωστοποιήση προς όλα τα λοιπά συμβαλλόμενα κράτη την τοιαύτην κοινοποίησιν και την ημερομηνίαν παραλαβής της.
3.Αι καταγγελίαι της Συμβάσεως θα θεωρούνται ως ισχύουσαι από της λήξεως της τρεχούσης τριετούς περιόδου.
4.Εις τας περιπτώσεις καθ’ ας συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρ. 12, η παρούσα Σύμβασις ήθελε καταστή εφαρμόσιμος εις μίαν μη μητροπολιτικήν επικράτειαν ενός συμβαλλομένου Κράτους, το τελευταίον τούτο θα δύναται, τη συγκαταθέσει της εν λόγω επικρατείας, να γνωστοποιήση εν συνεχεία και ανά πάσαν στιγμήν προς τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ότι η Σύμβασις κατηγγέλθη καθ’ όσον αφορά την επικράτειαν ταύτην. Η καταγγελία θα ισχύη έν έτος μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην η γνωστοποίησις ήθελεν επιδοθή προς τον Γενικόν Γραμματέα, ο οποίος και θα ειδοποιήση όλα τα λοιπά συμβαλλόμενα Κράτη περί της τοιαύτης κοινοποιήσεως και της ημερομηνίας λήξεώς της.

Σελ. 122,004

΄Αρθρ.15.-Η παρούσα Σύμβασις, της οποίας τα εις την αγγλικήν, κινεζικήν, ισπανική, γαλλικήν και ρωσικήν κείμενα θα έχουν την αυτήν ισχύν, θέλει κατατεθή εις τα Αρχεία της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Γενικός Γραμματεύς θέλει φροντίση δια την εκπόνησιν επισήμων κεκυρωμένων αντιγράφων προς κοινοποίησιν εις τα συμβαλλόμενα δια της παρούσης Συμβάσεως Κράτη ως και εις όλα τα λοιπά Κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών και των Ειδικευμένων Οργανισμών.
Εις πίστωσιν των ανωτέρω, οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι παρά των αντιστοίχων Κυβερνήσεών των, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν κατά τας ημερομηνίας τας αναγραφομένας έναντι των αντιστοίχων υπογραφών των.
Εγένετο εν τω Ευρωπαϊκώ Γραφείω του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών εν Γενεύη, την 7ην Σεπτ. 1956.
Κατ’ ανακοίνωσιν από 5/12 Φεβρ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 37) του Υπ. Εξωτερικών η ανωτέρω σύμβασις, τίθεται εν ισχύϊ ως προς την Χώραν ημών, συμφώνως προς την παρ. 2 του άρθρ. 13 αυτής, από της ημερομηνίας καταθέσεως του εγγράφου επικυρώσεως, ήτοι από της 13ης Δεκ. 1972.






ΘΕΜΑ
δ

Γενοκτονία
1. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3091
της 6/12 Οκτ. 1954
Περί κυρώσεως της Συμβάσεως δια την πρόληψιν και καταστολήν του εγκλήματος της γενοκτονίας από 9 Δεκ. 1948.
΄Αρθρον μόνον.-Κυρούται και έχει πλήρη και νόμιμον ισχύν, η από 9ης Δεκ. 1948 Σύμβασις δια την πρόληψιν και καταστολήν του εγκλήματος της γενοκτονίας, υπογραφείσα υπό της Ελλάδος εν Νέα Υόρκη τη 29η Δεκ. 1949, μη γινομένων αποδεκτών των υπό ετέρων Κρατών διατυπωθεισών επιφυλάξεων κατά την υπογραφήν ή επικύρωσιν της ανωτέρω Συμβάσεως ή και κατά την προσχώρησιν εις αυτήν.
Η ισχύς δια την Ελλάδα της εν λόγω Συμβάσεως, ης τα κείμενα έπονται εν γαλλικώ πρωτοτύπω και εν μεταφράσει εις την ελληνικήν, άρχεται κατά τα οριζόμενα υπό της σχετικής διατάξεως του άρθρ. 13 αυτής.
ΣΥΜΒΑΣΙΣ
ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ
ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΝ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ
ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη,
Υπ’ όψει λαμβάνοντα ότι η Γενική Συνέλευσις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, δια της υπ’ αριθ. 96(1) από 11ης Δεκ. 1946 αποφάσεως αυτής, εκήρυξεν ότι η γενοκτονία αποτελεί έγκλημα διεθνούς δικαίου, αντίθετον προς το πνεύμα και τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών, και το οποίον ο πεπολιτισμένος κόσμος καταδικάζει.
Αναγνωρίζοντα ότι εις όλας τας εποχάς της ιστορίας της η ανθρωπότης υπέστη σημαντικάς απωλείας εκ της γενοκτονίας.
Πεπεισμένα ότι η διεθνής συνεργασία τυγχάνει αναγκαία ίνα απαλλαγή η ανθρωπότης από την μισητήν ταύτην μάστιγα.
Συνωμολόγησαν τας κάτωθι διατάξεις:
΄Αρθρ.1.-Τα Συμβαλλόμενα Μέρη επιβεβαιούν ότι η γενοκτονία, συντελουμένη είτε εν καιρώ ειρήνης είτε εν καιρώ πολέμου, τυγχάνει έγκλημα διεθνούς δικαίου και αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να προλαμβάνουν και να τιμωρούν αυτό.
΄Αρθρ.2.-Εις την παρούσαν Σύμβασιν ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτη:
α)Φόνος των μελών της ομάδος.
β)Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος.
γ)Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής.
δ)Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεων εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος.
ε)Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα.
΄Αρθρ.3.-Θα τιμωρούνται αι ακόλουθοι πράξεις:
α)Η γενοκτονία
β)Η συνεννόησις προς διενέργειαν γενοκτονίας
γ)Η άμεσος και δημοσία προτροπή προς διενέργειαν γενοκτονίας
δ)Η απόπειρα γενοκτονίας
ε)Η συνεργία εις γενοκτονίαν.
΄Αρθρ.4.-Τα άτομα τα διενεργήσαντα γενοκτονίαν ή μίαν οιανδήποτε εκ των άλλων πράξεων των απαριθμουμένων εις το άρθρ. 3ον θα τιμωρούνται είτε είναι κυβερνώντες, είτε υπάλληλοι, είτε ιδιώται.
΄Αρθρ.5.-Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να θεσπίσουν, συμφώνως προς τα οικεία αυτών συντάγματα, τα απαιτούμενα νομοθετικά μέτρα προς εξασφάλισιν της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως και δη να προνοήσουν περί αποτελεσματικών ποινικών κυρώσεων έναντι των προσώπων των ενεχομένων εις το έγκλημα της γενοκτονίας ή εις μίαν οιανδήποτε εκ των πράξεων των απαριθμουμένων εις το άρθρ. 3ον.
΄Αρθρ.6.-Τα πρόσωπα άτινα κατηγορούνται δια γενοκτονίαν ή δια μίαν οιανδήποτε εκ των πράξεων των απαριθμουμένων εις το άρθρον 3ον θα προσάγωνται ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων του Κράτους επι του εδάφους του οποίου η πράξις συνετελέσθη, ή ενώπιον Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου καθισταμένου αρμοδίου δια εκείνα εκ των συμβαλ-
(Μετά την σελ. 122(α) Σελ. 122,01
ΜΔ-1
λομένων μερών άτινα θα έχουν αναγνωρίση την δικαιοδοσίαν αυτού.
΄Αρθρ.7.-Η γενοκτονία και αι έτεραι πράξεις αι απαριθμούμεναι εις το άρθρ. 3ον δεν θα θεωρούνται πολιτικά εγκλήματα καθ’ όσον αφορά την έκδοσιν.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη εν τοιαύτη περιπτώσει αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να χορηγήσουν την έκδοσιν επί τη βάσει της νομοθεσίας αυτών και συμφώνως προς τας εν ισχύϊ συμβάσεις.
΄Αρθρ.8.-΄Εκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται να ζητήση από τα αρμόδια όργανα των Ηνωμέων Εθνών όπως ταύτα, συμφώνως προς τον Χάρτην των Ηνωμένων Εθνών, λάβουν, οία κρίνουν σκόπιμα μέτρα δια την πρόληψιν και την καταστολήν των πράξεων γενοκτονίας ή οιασδήποτε εκ των άλλων πράξεων των απαριθμουμένων εις το άρθρ. 3ον.
΄Αρθρ.9.-Αι μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών διαφοραί, αι σχετικαί προς την ερμηνείαν, την εφαρμογήν ή την εκτέλεσιν της παρούσης Συμβάσεως, συμπεριλαμβανομένων και των διαφορών των σχετιζομένων προς την ευθύνην του Κράτους, εις ότι αφορά την γενοκτονίαν, ή οιανδήποτε εκ των άλλων πράξεων των απαριθμουμένων εις το άρθρ. 3ον, θα υποβάλλωνται εις το Δικαστήριον Διεθνούς Δικαιοσύνης, κατ’ αίτησιν ενός των εν τη διαφορά Μερών.
΄Αρθρ.10.-Η παρούσα Σύμβασις, ης τα κείμενα εις την αγγλικήν, κινεζικήν, ισπανικήν, γαλλικήν και ρωσσικήν τυγχάνουν εξ ίσου αυθεντικά, θα φέρη την ημερομηνίαν της 9ης Δεκ. 1948.
΄Αρθρ.11.-Η παρούσα Σύμβασις θα είναι ανοικτή μέχρι 31 Δεκ. 1949 προς υπογραφήν εις οιονδήποτε Μέλος των Ηνωμένων Εθνών ή οιονδήποτε Κράτος μη Μέλος προς το οποίον απηυθύνθη επί τούτω πρόσκλησις της Γενικής Συνελεύσεως.
Η παρούσα Σύμβασις θέλει κυρωθή, τα δε όργανα κυρώσεως θέλουν κατατεθή παρά τω Γενικώ Γραμματεί των Ηνωμένων Εθνών.
Από της πρώτης Ιαν. 1950, οιονδήποτε Μέλος των Ηνωμένων Εθνών, ή οιονδήποτε Κράτος μη μέλος λαβόν την προμνησθείσαν πρόσκλησιν, δύναται να προσχωρήση εις την παρούσαν Σύμβασιν.
Τα όργανα προσωρήσεως θα κατατίθενται παρά τω Γενικώ Γραμματεί των Ηνωμένων Εθνών.
΄Αρθρ.12.-Οιονδήποτε Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται, ανά πάσαν στιγμήν, κατόπιν ανακοινώσεως απευθυνομένης προς τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, να επεκτείνη την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως εις όλα τα εδάφη, ή εις έν οιονδήποτε εκ των εδαφών των οποίων κατευθύνει τας εξωτερικάς σχέσεις.


Σελ. 122,02
ΜΔ-2

΄Αρθρ.13.-Ευθύς ως κατατεθούν τα είκοσι πρώτα όργανα κυρώσεως ή προσωρήσεως ο Γενικός Γραμματεύς θέλει καταρτίση σχετικόν Πρωτόκολλον. Θέλει διαβιβάση αντίγραφον του πρωτοκόλλου τούτου εις άπαντα τα Κράτη-Μέλη των Ηνωμένων Εθνών εις τα μη-Μέλη περί ων το άρθρ. 11ον.
Η παρούσα Σύμβασις θέλει τεθή εν ισχύϊ την 90 ημέραν μετά την ημερομηνίαν της καταθέσεως του εικοστού οργάνου κυρώσεως ή προσχωρήσεως.
Πάσα κύρωσις ή προσχώρησις συντελουμένη μετά την τελευταίαν ταύτην ημερομηνίαν θα επιφέρη αποτέλεσμα την 90 ημέραν μετά την κατάθεσιν του οικείου οργάνου κυρώσεως ή προσχωρήσεως.











΄Αρθρ.14.-Η παρούσα Σύμβασις θα είναι διαρκείας δέκα ετών από της ημερομηνίας της θέσεως εν ισχύϊ αυτής.
Εν συνεχεία θα παραμείνη εν ισχύϊ επί μίαν εισέτι πενταετίαν και ούτω καθ’ εξής, έναντι των Συμβαλλομένων Μερών άτινα δεν θα είχον καταγγείλη αυτήν έξ μήνας τουλάχιστον προ της εκπνοής της προθεσμίας.
Η καταγγελία θα συντελείται δια γραπτής ανακοινώσεως προς τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
΄Αρθρ.15.-Εάν συνεπεία των καταγγελιών ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών εις την παρούσαν Σύμβασιν μειωθή εις ολιγώτερα των δέκα έξ, η Σύμβασις θα παύση ισχύουσα από της ημερομηνίας καθ’ ην η τελευταία εκ των καταγγελιών τούτων θα επιφέρη αποτέλεσμα.
΄Αρθρ.16.-Αίτησις αναθεωρήσεως της παρούσης Συμβάσεως θα δύναται να διατυπωθεί οποτεδήποτε και υπό οιουδήποτε Συμβαλλομένου Μέρους, δια γραπτής ανακοινώσεως απευθυνομένης προς τον Γενικόν Γραμματέα.
Η Γενική Συνέλευσις θέλει αποφασίση επί των τυχόν ληπτέων μέτρων αναφορικώς προς την ρηθείσαν αίτησιν.
΄Αρθρ.17.-Ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών θα γνωστοποιή εις άπαντα τα Κράτη-Μέλη των Ηνωμένων Εθνών και εις τα Κράτη μη-Μέλη περί ων το άρθρ. 11ον, τα κάτωθι:
α)Τας υπογραφάς, κυρώσεως και προσχωρήσεως τας ληφθείσας κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 11.
β)Τας ανακοινώσεις τας ληφθείσας εις εφαρμογήν του άρθρ. 12.
γ)Την ημερομηνίαν της θέσεως εν ισχύϊ της παρούσης Συμβάσεως εις εφαρμογήν του άρθρ. 13.
δ)Τας καταγγελίας τας ληφθείσας κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 14.
ε)Την κατάργησιν της Συμβάσεως, εις εφαρμογήν του άρθρ. 15.
ς)Τας ανακοινώσεις τας ληφθείσας εις εφαρμογήν του άρθρ. 16.
΄Αρθρ.18.-Το πρωτότυπον της παρούσης Συμβάσεως θέλει κατατεθή εις τα αρχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Ακριβές αντίγραφον θέλει διαβιβασθή προς άπαντα τα Κράτη-Μέλη των Ηνωμένων Εθνών και εις τα Κράτη μη-Μέλη περί ων το άρθρ. 11ον.
΄Αρθρ.19.-Η παρούσα Σύμβασις θα καταχωρηθή υπό του Γενικού Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών εις την ημερομηνίαν της θέσεως εν ισχύϊ αυτής.


























































(Μετά την σελ. 122,02) Σελ. 122,03
Δ-3
ΘΕΜΑ
ε

Προστασία Προσώπων
Προστατευομένων Διεθνώς
1. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1368
της 5/8 Ιουλ. 1983 (ΦΕΚ Α΄ 89)
Κύρωση Διεθνούς Σύμβασης για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αντιπροσώπων.
΄Αρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αντιπροσώπων, που υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 14.12.1973, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην Αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην Ελληνική έχει ως εξής:
ΣΥΜΒΑΣΗ
Για την πρόληψη και τιμωρία των εγκλημάτων των στρεφομένων κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των Διπλωματικών Αντιπροσώπων
Τα μετέχοντα στην παρούσα Σύμβαση Κράτη.
΄Εχοντας υπόψη τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που αφορούν στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και στην προαγωγή των φιλικών σχέσεων και της συνεργασίας μεταξύ των Κρατών,
Θεωρώντας ότι τα εγκλήματα κατά των διπλωματικών αντιπροσώπων και των λοιπών διεθνώς προστατευομένων προσώπων εκθέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των εν λόγω προσώπων δημιουργούν σοβαρή απειλή κατά της διατηρήσεως των ομαλών διεθνών σχέσεων που είναι απαραίτητες για τη συνεργασία μεταξύ των Κρατών,
Πεπεισμένα ότι η τέλεση τέτοιων εγκλημάτων είναι ζήτημα που ενδιαφέρει σοβαρά τη διεθνή κοινότητα,
Πεπεισμένα ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να υιοθετηθούν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα για την πρόληψη και τιμωρία τέτοιων εγκλημάτων,
Συμφώνησαν τα κατωτέρω:
΄Αρθρ.1.-Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης:
1.Με τον όρο «διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο» νοείται:
α)Ο Αρχηγός Κράτους, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε συλλογικού σώματος εκτελούντος χρέη Αρχηγού Κράτους σύμφωνα με το Σύνταγμα του περί ου πρόκειται Κράτους, ο Πρωθυπουργός ή Υπουργός Εξωτερικών, όταν οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο βρίσκεται σε αλλοδαπό Κράτος, καθώς και τα μέλη της οικογενείας του που τον συνοδεύουν.
β)Οποιοσδήποτε αντιπρόσωπος ή αξιωματούχος ενός Κράτους ή οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος ενός διεθνούς οργανισμού διακρατικού χαρακτήρα ο οποίος, όταν και στον τόπο όπου διαπράττεται έγκλημα εναντίον του, του υπηρεσιακού του γραφείου, του ιδιωτικού του καταλύματος ή του μεταφορικού του μέσου, δικαιούται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο ειδικής προστασίας από οποιαδήποτε επίθεση κατά του προσώπου του, της ελευθερίας ή υπολήψεώς του, καθώς και των μελών της οικογενείας του που αποτελούν μέρος του οίκου του.
2.Με τον όρο «φερόμενος ως εγκληματίας» νοείται το πρόσωπο για το οποίο υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ώστε να προσδιορίζουν εκ πρώτης όψεως ότι διέπραξε ή μετέσχε σ’ ένα ή περισσότερα από τα εγκλήματα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 2.
΄Αρθρ.2.-1.Η εκ προθέσεως τέλεση:
α)φόνου, απαγωγής ή άλλης επίθεσης κατά του προσώπου ή της ελευθερίας διεθνώς προστατευόμενου προσώπου,
β)βίαιης επίθεσης κατά της επίσημης εγκατάστασης (υπηρεσιακού γραφείου), του ιδιωτικού καταλύματος ή του μεταφορικού μέσου διεθνώς προστατευόμενου προσώπου η οποία πιθανώς θέτει σε κίνδυνο το πρόσωπο ή την ελευθερία του,
γ)απειλής διαπράξεως οποιασδήποτε τέτοιας επίθεσης,
δ)απόπειρας διαπράξεως οποιασδήποτε τέτοιας επίθεσης και
ε)πράξεως που αποτελεί συμμετοχή σε οποιαδήποτε τέτοια επίθεση, θα καταστεί από κάθε Κράτος-Μέλος έγκλημα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.
2.Κάθε Κράτος-Μέλος οφείλει να καταστήσει τα εν λόγω εγκλήματα τιμωρητέα με κατάλληλες ποινές που λαμβάνουν υπόψη το σοβαρό τους χαρακτήρα.
(Μετά τη σελ. 122,03) Σελ. 122,21
Τεύχος ΣΤ51-Σελ. 117
3.Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου κατ’ ουδένα τρόπο θίγουν τις σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο υποχρεώσεις των Κρατών-Μελών να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προλήψεως άλλων προσβολών του προσώπου, της ελευθερίας ή της αξιοπρέπειας διεθνώς προστατευόμενου προσώπου.
΄Αρθρ.3.-1.Κάθε Κράτος-Μέλος θα λάβει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να καθιερωθεί η δικαιοδοσία αυτού στα εγκλήματα που διαλαμβάνονται στο άρθρ. 2 στις παρακάτω περιπτώσεις:
α)΄Οταν το έγκλημα διαπράττεται στο έδαφος του εν λόγω Κράτους ή σ’ ένα πλοίο ή αεροπλάνο εγγεγραμμένο στο εν λόγω Κράτος.
β)΄Οταν ο φερόμενος ως εγκληματίας είναι υπήκοος του εν λόγω Κράτους.
γ)΄Οταν το έγκλημα διαπράττεται κατά διεθνώς προστατευόμενου προσώπου όπως τούτο ορίζεται στο άρθρ. 1 που απολαμβάνει του καθεστώτος αυτού ως τοιούτου δυνάμει των καθηκόντων που ασκεί για λογαριασμό του εν λόγω Κράτους.
2.Κάθε Κράτος-Μέρος θα λάβει ομοίως τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να καθιερωθεί η δικαιοδοσία αυτού επί των εγκλημάτων τούτων στις περιπτώσεις που ο φερόμενος ως εγκληματίας βρίσκεται στο έδαφος αυτού και τούτο δεν τον εκδίδει σύμφωνα με το άρθρ. 8 σε οποιοδήποτε από τα Κράτη που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου αυτού.
3.Η Σύμβαση αυτή δεν αποκλείει οποιαδήποτε ποινική δικαιοδοσία ασκουμένη σύμφωνα με το Εσωτερικό Δίκαιο.
΄Αρθρ.4.-Τα Κράτη-Μέρη θα συνεργάζοναι για την πρόληψη των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρ. 2, ειδικότερα για:
α)τη λήψη όλων των πρακτικώς δυνατών μέτρων προλήψεως της προπαρασκευής εντός των αντίστοιχων εδαφών τους για τη διάπραξη των εγκλημάτων αυτών εντός ή εκτός των εδαφών τους,
β)την ανταλλαγή πληροφοριών και συντονισμού της λήψεως διοικητικών και λοιπών μέτρων σαν κατάλληλων για την πρόληψη της διαπράξεως των εγκλημάτων τούτων.
΄Αρθρ.5.-1.Το Κράτος-Μέρος στο οποίο οποιοδήποτε των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρ. 2 διαπράχτηκε εάν έχει λόγους να πιστεύει ότι ο φερόμενος ως εγκληματίας διέφυγε της περιοχής αυτού, θα γνωστοποιεί σε όλα τα λοιπά ενδιαφερόμενα Κράτη, απευθείας ή μέσω του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, όλα τα επί τούτω πραγματικά περιστατικά τα αφορώντα στο διαπραχθέν έγκλημα και κάθε διαθέσιμη πληροφορία αφορώσα στην ταυτότητα του φερόμενου ως εγκληματία.


Σελ. 122,22
Τεύχος ΣΤ51-Σελ.. 118

2.΄Οταν οποιοδήποτε των εγκλημάτων των διαλαμβανομένων στο άρθρ. 2 διαπραχθεί εναντίον διεθνώς προστατευόμενου προσώπου, κάθε Κράτος- Μέρος που έχει πληροφορίες που αφορούν στο θύμα και τις συνθήκες του εγκλήματος θα προσπαθεί να διαβιβάζει αυτές σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από το Εσωτερικό Δίκαιο, πλήρως και εμπροθέσμως στο Κράτος-Μέρος για λογαριασμό του οποίου ασκούσε τούτο τα καθήκοντά του.
΄Αρθρ.6.-1.Βεβαιωθέν ότι οι περιστάσεις το εγγυώνται, το Κράτος-Μέρος στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας θα λαμβάνει τα κατάλληλα κατά το εσωτερικό του Δίκαιο μέτρα ώστε να εξασφαλίζει την παρουσία του για το σκοπό της ποινικής διώξεως ή εκδόσεώς του. Τα μέτρα αυτά θα γνωστοποιούνται αμελλητί απευθείας ή μέσω του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών:
α)στο Κράτος στο οποίο διαπράχτηκε το έγκλημα,
β)στο Κράτος ή στα Κράτη των οποίων ο φερόμενος ως εγκληματίας είναι υπήκοος ή, εάν είναι άπατρις, στην επικράτεια των οποίων διαμένει μόνιμα.
γ)στο Κράτος ή στα Κράτη των οποίων το διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο αυτό είναι υπήκοος ή για λογαριασμό του οποίου ασκούσε τούτο τα καθήκοντά του,
δ)σε κάθε άλλο ενδιαφερόμενο Κράτος, και
ε)στο διεθνή οργανισμό του οποίου το διεθνώς προστατευόμενο πρόσωπο αυτό είναι αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος.
2.Κάθε πρόσωπο για το οποίο λαμβάνονται μέτρα που αναφέρονται στη παρ. 1 του άρθρου αυτού θα δικαιούται:
α)να επικοινωνεί αμέσως με τον πλησιέστερο αρμόδιο αντιπρόσωπο του Κράτους του οποίου είναι υπήκοος ή το οποίο άλλως δικαιούται να προασπίζει τα δικαιώματά του ή εάν είναι άπατρις το οποίο επιθυμεί και το οποίο είναι πρόθυμο να προασπίση τα δικαιώματά του, και
β)να το επισκέπτεται ο αντιπρόσωπος του Κράτους αυτού.





Άρθρ.7.Το Κράτος-Μέρος στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας, εάν δεν τον εκδώσει, θα υποβάλει χωρίς καμιά εξαίρεση και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές αυτού προς το σκοπό της διώξεώς του σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους τούτου.
Άρθρ.8.-1.Στο μέτρο που τα εγκλήματα τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 2 δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των αδικημάτων για τα οποία είναι δυνατή η έκδοση σε οποιαδήποτε συνθήκη περί εκδόσεως υφισταμένη μεταξύ των Κρατών-Μερών θα θεωρούνται ότι συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτήν ως τοιαύτα. Τα Κράτη-Μέρη αναλαμβάνουν να συμπεριλάβουν τα εγκλήματα αυτά στα αδικήματα εκείνα για τα οποία η έκδοση είναι δυνατή σε κάθε μελλοντική συνθήκη περί εκδόσεως που θα συναφθεί μεταξύ τους.
2.Εάν ένα Κράτος-Μέρος που εξαρτά την έκδοση εκ της ύπαρξης συνθήκης λάβει αίτηση έκδοσης από κάποιο άλλο Κράτος-Μέρος μετά του οποίου δεν έχει συνθήκη περί εκδόσεως μπορεί, εάν αποφασίσει την έκδοση, να θεωρήσει την παρούσα Σύμβαση σαν τη νόμιμη βάση για την έκδοση εν σχέσει προς τα εγκλήματα αυτά. Η έκδοση θα υπόκειται στις δικονομικές διατάξεις και λοιπές προϋποθέσεις του νόμου του Κράτους από το οποίο ζητήθηκε η έκδοση.
3.Τα Κράτη-Μέρη που δεν εξαρτούν την έκδοση από την ύπαρξη συνθήκης θα αναγνωρίζουν τα εγκλήματα αυτά σαν αδικήματα για τα οποία η έκδοση είναι δυνατή μεταξύ των, επιφυλασσομένων των δικονομικών διατάξεων και λοιπών προϋποθέσεων του νόμου του Κράτους από το οποίο αιτείται η έκδοση.
4.Κάθε ένα έγκλημα θα θεωρείται, για το σκοπό της έκδοσης μεταξύ των Κρατών-Μερών, σαν να είχε διαπραχθεί όχι μόνο στον τόπο όπου έλαβε χώρα, αλλά και στο έδαφος των Κρατών από τα οποία αιτείται η καθιέρωση της δικαιοδοσίας τους σύμφωνα προς την παρ. 1 του άρθρ. 3.
Άρθρ.9.-Σε κάθε πρόσωπο διωκόμενο για οποιοδήποτε έγκλημα απ’ αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 2 θα παρέχεται η εγγύηση δίκαιης μεταχείρισής του σε όλα τα στάδια της δίκης.
Άρθρ.10.-1.Τα Κράτη-Μέρη θα παρέχουν το ένα στο άλλο τη μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια σε σχέση προς ποινική δίωξη εγειρόμενη για τα στο άρθρ. 2 διαλαμβανόμενα εγκλήματα συμπεριλαμβανομένης της παροχής όλων των στη διάθεσή τους απαραίτητων για τη δίωξη, αποδείξεων.
2.Οι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν θα θίγουν τις υποχρεώσεις που αφορούν στην αμοιβαία δικαστική αρωγή, τις περιεχόμενες σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη.
Άρθρ.11.-Το Κράτος-Μέρος στο οποίο διώκεται ο φερόμενος ως εγκληματίας οφείλει να ανακοινώνει την οριστική έκβαση της δίκης στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, που υποχρεούται να διαβιβάζει τις πληροφορίες στα λοιπά Κράτη-Μέρη.
Άρθρ.12.-Οι διατάξεις της Σύμβασης αυτής δεν θα θίγουν την εφαρμογήν των περί Ασύλου Συνθηκών, σε ισχύ κατά την ημερομηνία της συνάψεως της παρούσας Σύμβασης, μεταξύ των Κρατών των μετεχόντων στις εν λόγω Συνθήκες αλλά εν Κράτος-Μέρος στην παρούσα Σύμβαση δεν μπορεί να επικαλεσθεί τις εν λόγω Συνθήκες εν σχέσει με άλλο Κράτος-Μέρος στην παρούσα Σύμβαση το οποίο δεν μετέχει στις εν λόγω Συνθήκες.
Άρθρ.13.-1.Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Κρατών-Μερών αφορώσα στην ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης που δεν διευθετείται με διαπραγματεύσεις θα παραπέμπεται στη διαιτησία, μετά από αίτηση ενός από αυτά. Εάν μέσα σε έξη μήνες από την ημερομηνία της αίτησης για διαιτησία τα Μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν εκ της οργανώσεως της διαιτησίας, οποιοδήποτε από αυτά μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο με αίτηση υποβαλλόμενη σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δικαστηρίου.
2.Κάθε Κράτος-Μέρος μπορεί κατά την υπογραφή ή κύρωση της παρούσας Σύμβασης ή κατά την προσχώρηση σ’ αυτή να δηλώσει ότι δεν θεωρεί τον εαυτόν του δεσμευόμενο από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Τα λοιπά Κράτη-Μέρη δεν θα δεσμεύονται από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιοδήποτε μετέχον της Συμβάσεως Κράτος που διατύπωσε τέτοια επιφύλαξη.
3.Οποιοδήποτε Κράτος-Μέρος που διατύπωσε επιφύλαξη σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος άρθρου μπορεί οποτεδήποτε να άρει την επιφύλαξη με γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών,
Άρθρ.14.-Η παρούσα Σύμβαση θα είναι ανοικτή για υπογραφή απ’ όλα τα Κράτη-Μέρη μέχρι τις 31 Δεκ. 1974 στη Νέα Υόρκη, έδρα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρ.15.-Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε κύρωση. Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρ.16.-Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει ανοικτή για την προσχώρηση οποιουδήποτε Κράτους. Τα έγγραφα προσχώρησης θα κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρ.17.-1.Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών του εικοστού δεύτερου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.
2.Για κάθε Κράτος που κυρώνει ή προσχω-





(Αντί για τη σελ. 122,23) Σελ.122,23(α)
Τεύχος 1086-Σελ.49
ρεί στη Σύμβαση μετά την κατάθεση του εικοστού δεύτερου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης, η Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την κατάθεση από το Κράτος αυτό του ίδιου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.
Άρθρ.18.-1.Οποιοδήποτε Κράτος-Μέρος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με έγγραφη γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
2.Η καταγγελία καθίσταται ισχυρή έξι μήνες από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρ.19.-Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών ενημερώνει όλα τα Κράτη, μεταξύ άλλων:
α)περί της υπογραφής της παρούσας Σύμβασης για την κατάθεση των εγγράφων επικύρωσης ή προσχώρησης σύμφωνα με τα άρθρ. 14, 15 και 16 και περί των γνωστοποιήσεων κατά το άρθρ. 18.
β)Για την ημερομηνία που η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρ. 17.
Άρθρ.20.-Το πρωτότυπο της παρούσας Σύμβασης, της οποίας το Κινεζικό, Αγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό και Ισπανικό κείμενο είναι εξ ίσου αυθεντικά θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει κυρωμένα αντίγραφα τούτου σε όλα τα Κράτη.
Σε ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ οι υπογεγραμμένοι, έχοντας δεόντως εξουσιοδοτηθεί από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπόγραψαν την παρούσα Σύμβαση, που ανοίχτηκε για υπογραφή στη Νέα Υόρκη στις 14 Δεκεμβρίου 1973.
Άρθρο δεύτερο.-Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με την ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 8 Αυγ.-10 Σεπτ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 130/10-9.1984)η ανωτέρω Διεθνής Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ στις 2 Αυγ. 1984.













Σελ.122,24(α)
Τεύχος 1086-Σελ.50
ΘΕΜΑ
στ

Τρομοκρατία - οργανωμένη
εγκληματικότητα - λαθρεμπόριο
ναρκωτικών
Για άλλες διατάξεις περί ναρ-
κωτικών βλέπε Τόμ. 34 σελ. 833.

1. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1706
της 12/22 Ιουν. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 98)
Κύρωση συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας για τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, της οργανωμένης εγκληματικότητας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.
Άρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος η συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας για τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, της οργανωμένης εγκληματικότητας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 23 Σεπτ. 1986, της οποίας το πρωτότυπο κείμενο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας για τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, της οργανωμένης εγκληματικότητας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.
Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και ο Υπουργός Εσωτερικών της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούντες τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις αναγνωρίζουν την αποτελεσματική συνεργασία που υφίσταται μεταξύ των αντίστοιχων Κυβερνήσεων.
Διαπιστώνοντας εξάλλου ότι είναι ανάγκη να πραγματοποιήσουν πιο αποτελεσματικές μορφές συντονισμού της δραστηριότητας για πληροφόρηση, ανάλυση και καταστολή της διεθνούς τρομοκρατίας, της οργανωμένης εγκληματικότητας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.
Συμφωνούν
1.Μετά από κοινή απόφαση των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Ιταλίας συνιστάται διμερής Επιτροπή μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας για τη συνεργασία στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, της οργανωμένης εγκληματικότητας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.
2.Η διμερής Επιτροπή θα αναπτύσσει δραστηριότητα υπό την προεδρία του Υπουργού Δημόσιας Τάξης της Ελλάδας και του Ιταλού Υπουργού Εσωτερικών και θα περιλαμβάνει αντιπροσώπους των αρμόδιων υπουργείων, υπεύθυνους των Δυνάμεων Τάξεως, Εμπειρογνώμονες ειδικών τομέων.
Εκπρόσωποι άλλων υπουργείων και γραφείων δύνανται να κληθούν να συμμετάσχουν, εφ’ όσον κριθεί σκόπιμο, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ των δύο Κυβερνήσεων.
3.Η διμερής Επιτροπή θα συναντάται κανονικά δύο φορές τουλάχιστον κάθε χρόνο και όταν θα κρίνεται αναγκαίο για τη συζήτηση ειδικών θεμάτων επείγουσας φύσεως.
4.Προς το σκοπό να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική και ουσιαστική η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, θα επιδιωχθεί η πραγματοποίηση των ακόλουθων σημείων:
α)Τρομοκρατία.
-Ανταλλαγή πληροφοριών για τις τρομοκρατικές ομάδες, τα γεγονότα και την τεχνική.
-Ενημέρωση για τις παρούσες απειλές τρομοκρατίας, τις τεχνικές και τις προδιατεταγμένες οργανωτικές δομές που σκοπό έχουν την καταπολέμησή τους, δια της καθιερώσεως ανταλλαγής εμπειρογνώμων.
-Ανταλλαγή εμπειριών και τεχνολογικών γνώσεων σε θέματα ασφαλείας αεροπορικών, ναυτικών και σιδηροδρομικών μεταφορών με σκοπό επίσης σταθερής βελτίωσης των στάνταρτς ασφαλείας που έχουν καθιερωθεί στα αεροδρόμια, τους λιμένες, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς, προσαρμόζοντάς τα σταθερά στα επίπεδα απειλής της διεθνούς τρομοκρατίας.
β)Οργανωμένη εγκληματικότητα.
-Συνεχή ανταλλαγή πληροφοριών, ειδήσεων και στοιχείων σχετικών με τις οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες στα πλαίσια πάντοτε των αντίστοιχων νομικών διατάξεων.
-Ανταλλαγή εμπειρογνωμόνων των αστυνομικών δυνάμεων για την ανάπτυξη από κοινού δραστηριοτήτων.
(Αντί για τη σελ. 122,41) Σελ.122,41(α)
Τεύχος 1181-Σελ.103
-Καθορισμός κοινών μέτρων που αποβλέπουν στην πρόληψη αντικατάστασης και αλλαγής χρημάτων που προέρχονται από αρπαγές, κλοπές κ.λπ.
γ)Λαθρεμπόριο ναρκωτικών.
-Ανταλλαγή πληροφοριών των σχετικών πηγών, ειδήσεων και στοιχείων σχετικών με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών στα πλαίσια τα επιτρεπόμενα από τις αντίστοιχες νομικές διατάξεις.
-Σταθερή αμοιβαία ενημέρωση των στοιχείων για την πορεία του φαινομένου ναρκωτικών των μεθόδων και της διοργανωτικής δομής προς πρόληψη του λαθρεμπορίου.
-Συνεργασία στο πεδίο της έρευνας και της μελέτης που αναπτύσσονται σ’ αμφότερες τις χώρες για την αποκατάσταση των τοξικομανών.
Η παρούσα Συμφωνία τίθεται εν ισχύι από της υπογραφής θα επακολουθήσει ανταλλαγή ρηματικών διακοινώσεων, με τις οποίες θα γνωστοποιείται ότι περατώθηκαν οι διαδικασίες εκάστου κράτους.
Έγινε στην Αθήνα, στις 23 Σεπτεμβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα έξι, σε δύο πρωτότυπα, στην ελληνική και ιταλική γλώσσα. Και τα δύο κείμενα έχουν την ίδια ισχύ.
Για την Ελληνική Για την Ιταλική
Δημοκρατία Δημοκρατία
ΑΝΤ. ΔΡΟΣΟΓΙΑΝΝΗΣ OSCAR LUIGI SCALFARO
Άρθρο δεύτερο.-Τα σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής πρωτόκολλα-πρακτικά, που καταρτίζονται από τη διμερή επιτροπή της παρ. 1 αυτής, εγκρίνονται με κοινή πράξη των αρμοδίων κατά περίπτωση υπουργών.
Άρθρο τρίτο.-Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης συμφωνίας από τη συμπλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στην παρ. 4γ αυτής.

















Σελ.122,42(α)
Τεύχος 1181-Σελ.104
2. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1789
της 16/20 Ιουν. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 133)
Κύρωση Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την καταστολής της τρομοκρατίας.
Άρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την καταστολή της τρομοκρατίας, που υπογράφηκε στο Στρασβούργο στις 27 Ιαν. 1977 με την επιφύλαξη ότι «η Ελλάδα δηλώνει κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την καταστολή της τρομοκρατίας ότι επιφυλάσσεται του δικαιώματος, υπό τους όρους της παρ. 1 αυτού του άρθρου, να αρνηθεί την έκδοση για κάθε έγκλημα από τα απαριθμούμενα στο άρθρ. 1 της σύμβασης αυτής, εφ’ όσον ο φερόμενος ως δράστης διώκεται για την υπέρ της ελευθερίας δράσης του».
Το κείμενο της σύμβασης σε πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπογράφουν αυτήν την Σύμβαση,
Θεωρώντας ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής ενότητας μεταξύ των μελών του,
Συνειδητοποιώντας την αυξανόμενη ανησυχία από τον πολλαπλασιασμό των πράξεων τρομοκρατίας,
Επιθυμώντας να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα προκειμένου οι δράστες τέτοιων πράξεων να μη διαφεύγουν τη δίωξη και τιμωρία,
Έχοντας την πεποίθηση ότι η έκδοση είναι ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού,
Αποφασίσουν τα ακόλουθα:
Άρθρ.1.-Για τις ανάγκες της έκδοσης μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών, κανένα από τα κατωτέρω αναφερόμενα εγκλήματα δε θα θεωρείται πολιτικό ή έγκλημα συναφές προς πολιτικό έγκλημα ή έγκλημα που εμπνέεται από πολιτικά κίνητρα:
α)τα εγκλήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της σύμβασης για την καταστολή της παράνομης κατάληψης αεροσκαφών, που υπογράφηκε στη Χάγη στις 16 Δεκ. 1970,
β)τα εγκλήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της σύμβασης για την καταστολή παράνομων πράξεων που στρέφονται κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, που υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 23 Σεπτ. 1971,
γ)τα σοβαρά εγκλήματα που συνίστανται σε προσβολή κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών αντιπροσώπων,
δ)τα εγκλήματα που περιλαμβάνουν την απαγωγή, τη σύλληψη ομήρων ή την αυθαίρετη κατακράτηση,
ε)τα εγκλήματα που περιλαμβάνουν τη χρήση βομβών, χειροβομβίδων, ρουκετών, αυτόματων
πυροβόλων όπλων ή επιστολές ή δέματα παγιδευμένα, κατά το μέτρο που αυτή η χρήση συνιστά κίνδυνο προσώπων,
στ)η απόπειρα διάπραξης ενός από τα ανωτέρω εγκλήματα ή η συμμετοχή σ’ αυτά τόσο ως συναυτουργού όσο και ως συνεργού προσώπου το οποίο διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει ένα τέτοιο έγκλημα.
Άρθρ.2.-1.Για τις ανάγκες της έκδοσης μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών, ένα συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να μη θεωρήσει ως πολιτικό έγκλημα ή έγκλημα συναφές προς τέτοιου είδους παραβίαση ή έγκλημα που εμπνέεται από πολιτικά κίνητρα κάθε σοβαρή πράξη βίας που δεν προβλέπεται στο άρθρ. 1 και η οποία στρέφεται κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας προσώπων.
2.Το αυτό ισχύει για κάθε σοβαρή πράξη κατά της περιουσίας, εκτός από τις προβλεπόμενες στο άρθρ. 1, όταν αυτή προκαλεί ομαδικό κίνδυνο προσώπων.
3.Το ίδιο θα ισχύει για την απόπειρα διάπραξης ενός από τα ανωτέρω εγκλήματα ή για τη συμμετοχή τόσο ως συναυτουργού όσο και ως συνεργού ενός προσώπου το οποίο διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει ένα τέτοιο έγκλημα.
Άρθρ.3.-Οι διατάξεις όλων των συνθηκών και συμφωνιών για έκδοση που εφαρμόζονται μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής σύμβασης έκδοσης τροποποιούνται αναφορικά με τις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών κατά το μέτρο που αυτές είναι ασυμβίβαστες προς την παρούσα σύμβαση.
Άρθρ.4.-Για τις ανάγκες αυτής της σύμβασης και εφ’ όσον ένα από τα προβλεπόμενα στα άρθρ. 1 ή 2 εγκλήματα δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των αναγραφομένων περιπτώσεων έκδοσης σε μια συμφωνία ή σύμβαση έκδοσης που ισχύει μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών, θεωρείται ότι περιλαμβάνεται σ’ αυτή.
Άρθρ.5.-Καμιά διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως συνεπαγομένη υποχρέωση έκδοσης, αν το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση έχει ουσιώδεις λόγους να πιστεύει ότι η αίτηση έκδοσης, που βασίζεται σε παράβαση που προβλέπεται στα άρθρ. 1 ή 2, έχει υποβληθεί με σκοπό τη δίωξη ή τον κολασμό ενός προσώπου εξαιτίας της φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, ή των πολιτικών φρονημάτων ή ότι η θέση του προσώπου αυτού κινδυνεύει να καταστεί χειρότερη εξαιτίας του ενός ή του άλλου από τους λόγους αυτούς.
Άρθρ.6.-1.Κάθε συμβαλλόμενο κράτος παίρνει τα απαραίτητα μέτρα για την εγκαθίδρυση της ποινικής δικαιοδοσίας του για κάθε έγκλημα που προβλέπεται στο άρθρ. 1 στην περίπτωση κατά την οποία ο φερόμενος ως δράστης του εγκλήματος βρίσκεται στο έδαφός του και το κράτος αυτό δεν τον εκδίδει με-
(Μετά τη σελ. 122,42) Σελ.122,43
Τεύχος Ι-9-2 Σελ.31
τά τη λήψη μιας αίτησης έκδοσης από άλλο συμβαλλόμενο κράτος του οποίου η ποινική δικαιοδοσία στηρίζεται σε διατάξεις που υφίστανται επίσης και στη νομοθεσία του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση.
2.Η παρούσα σύμβαση δεν αποκλείει οποιαδήποτε ποινική δικαιοδοσία που ασκείται σύμφωνα με τα εσωτερικά δίκαια.
Άρθρ.7.-Ένα συμβαλλόμενο κράτος στο έδαφος του οποίου ανακαλύπτεται ο φερόμενος ως δράστης κάποιου εγκλήματος από τα προβλεπόμενα στο άρθρ. 1 και το οποίο έχει λάβει αίτηση έκδοσης υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρ. 6, εφ’ όσον δεν πρόκειται να εκδώσει τον ύποπτο για την τέλεση του εγκλήματος δράστη παραπέμπει την υπόθεση χωρίς καμιά εξαίρεση και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές για την άσκηση της ποινικής δίωξης. Οι αρχές αυτές αποφασίζουν υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για κάθε έγκλημα σοβαρής μορφής σύμφωνα με την εσωτερική τους νομοθεσία.
Άρθρ.8.-1.Τα συμβαλλόμενα κράτη παρέχουν την όσο δυνατό ευρύτερη δικαστική συνδρομή για ποινικές υποθέσεις σε όλες τις διαδικασίες που σχετίζονται με τα εγκλήματα που προβλέπονται στο άρθρ. 1 ή 2. Σε κάθε περίπτωση, εφαρμόζεται ως προς τη δικαστική συνδρομή η νομοθεσία του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση έκδοσης. Πάντως η δικαστική συνδρομή δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο άρνησης με μόνη τη δικαιολογία ότι αφορά ένα πολιτικό έγκλημα ή ένα έγκλημα συναφές με ένα τέτοιο έγκλημα ή έγκλημα που υποκινείται από πολιτικά αίτια.
2.Καμιά διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως συνεπαγόμενη υποχρέωση παροχής της δικαστικής συνδρομής, εάν το κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση έχει σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι η αίτηση δικαστικής συνδρομής που βασίζεται σε έγκλημα που προβλέπεται στο άρθρ. 1 ή 2 υποβλήθηκε με σκοπό τη δίωξη ή τον κολασμό ενός προσώπου εξαιτίας της φυλής του, θρησκείας, εθνικότητας ή πολιτικών πεποιθήσεων ή ότι η θέση αυτού του προσώπου κινδυνεύει να καταστεί χειρότερη εξαιτίας του ενός ή του άλλου από τους λόγους αυτούς.
3.Οι διατάξεις όλων των συμφωνιών και συμβάσεων δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις, που εφαρμόζονται μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών συμπεριλαμβανομένης και της ευρωπαϊκής σύμβασης δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις, τροποποιούνται όσο αφορά στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών κατά το μέτρο που αυτές είναι ασυμβίβαστες με αυτήν την σύμβαση.

Σελ.122,44
Τεύχος Ι-9-2 Σελ.32

Άρθρ.9.-1.Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα Ποινικά Προβλήματα του Συμβουλίου της Ευρώπης παρακολουθεί την εκτέλεση της παρούσας σύμβασης.
2.Η ίδια Επιτροπή διευκολύνει επίσης, όπου υπάρχει ανάγκη, τη φιλική διευθέτηση κάθε δυσχέρειας η οποία θα προέκυπτε από την εκτέλεση της σύμβασης.
Άρθρ.10.-1.Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών που αφορά την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης που δε ρυθμίζεται στο πλαίσιο της παρ. 2 του άρθρ. 9, θα υποβάλλεται σε διαιτησία με αίτηση ενός από τα μέρη στη διαφορά. Κάθε μέρος θα υποδεικνύει ένα διαιτητή και οι δύο διαιτητές θα υποδεικνύουν έναν τρίτο διαιτητή. Αν μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από της υποβολής της αίτησης για διαιτησία το ένα από τα μέρη δεν προβαίνει στην υπόδειξη διαιτητή, αυτός θα διορίζεται με αίτηση του άλλου μέρους, από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αν ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι υπήκοος ενός από τα μέρη στη διαφορά, η υπόδειξη του διαιτητή θα ανατίθεται στον Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου ή αν ο Αντιπρόεδρος είναι υπήκοος ενός από τα μέρη στη διαφορά, στο αρχαιότερο μέλος του Δικαστηρίου, το οποίο δεν είναι υπήκοος ενός από τα μέρη στη διαφορά. Η ίδια διαδικασία θα εφαρμόζεται στην περίπτωση κατά την οποία οι δύο διαιτητές δε συμφωνήσουν στην εκλογή του τρίτου διαιτητή.
2.Το Διαιτητικό Δικαστήριο θα αποφασίσει για τη διαδικασία του. Οι αποφάσεις του θα λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Η απόφασή του θα είναι οριστική.









Άρθρ.11.-Η σύμβαση αυτή είναι ανοικτή για υπογραφή από τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης θα κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2.Η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύσει μετά παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης του τρίτου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
3.Ως προς το κράτος το οποίο υπέγραψε και το οποίο θα κυρώσει, αποδεχθεί ή εγκρίνει τη σύμβαση μεταγενέστερα, αυτή θα αρχίζει να ισχύει, ως προς αυτό, τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης των εγγράφων της επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
Άρθρ.12.-1.Κάθε κράτος μπορεί, κατά το χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, να ορίσει το έδαφος ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα σύμβαση.
2.Κάθε κράτος μπορεί κατά το χρόνο της κατάθεσης από αυτό του εγγράφου του επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης ή οποτεδήποτε μεταγενέστερα, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης με δήλωση που απευθύνεται προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος που προσδιορίζεται στη δήλωση και του οποίου εγγυάται τις διεθνείς σχέσεις ή για το οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί να συμβάλλεται.
3.Κάθε δήλωση που γίνεται σε εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να αποσυρθεί, αναφορικά με οποιοδήποτε έδαφος που προσδιορίζεται στη δήλωση αυτή, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ανάκληση θα επιφέρει αποτέλεσμα αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στη γνωστοποίηση.
Άρθρ.13.-1.Κάθε κράτος μπορεί κατά το χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου του επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης να δηλώσει ότι επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αρνηθεί την έκδοση σε ό,τι αφορά κάθε παράβαση απαριθμούμενη στο άρθρ. 1 την οποία θεωρεί ως πολιτικό έγκλημα, ως έγκλημα συναφές με πολιτικο ή ως έγκλημα που υποκινήθηκε από πολιτικά κίνητρα, υπό τον όρο ότι αναλαμβάνει την υποχρέωση κατά την εκτίμηση του χαρακτήρα του εγκλήματος να λάβει σοβαρά υπόψη τον ιδιαζόντως σοβαρό χαρακτήρα του, συμπεριλαμβανομένων των εξής:
α.ότι δημιούργησε συλλογικό κίνδυνο ζωής σωματικής ακεραιότητας ή ελευθερίας προσώπων, ή
β.ότι προσέβαλε πρόσωπα ξένα προς τα κίνητρα τα οποία το υποκίνησαν, ή
γ.ότι χρησιμοποιήθηκαν μέσα σκληρά ή ειδεχθή για την πραγμάτωσή του.
2.Κάθε κράτος μπορεί να ανακαλέσει εν όλω ή εν μέρει επιφύλαξη που διατυπώθηκε από αυτό δυνάμει της προηγούμενης παραγράφου, με δήλωση απευθυνόμενη προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης και η οποία θα τεθεί σε ισχύ από την ημερομηνία λήψης της.
3.Ένα κράτος που διατύπωσε επιφύλαξη βάσει της παρ. 1 του άρθρου αυτού δεν μπορεί να απαιτήσει την εφαρμογή του άρθρ. 1 από άλλο κράτος. Εν τούτοις, μπορεί, εάν η επιφύλαξη είναι μερική ή υπό όρο να ζητήσει την εφαρμογή του άρθρου αυτού κατά το μέτρο που αυτό το ίδιο έχει αποδεχτεί το περιεχόμενό του.
Άρθρ.14.-Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση απευθύνοντας έγγραφη γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η καταγγελία αυτή θα αρχίσει αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στη γνωστοποίηση.
Άρθρ.15.-Η σύμβαση παύει να ισχύει ως προς κάθε συμβαλλόμενο κράτος το οποίο αποσύρεται από το Συμβούλιο Ευρώπης ή το οποίο παύει να ανήκει σ’ αυτό.
Άρθρ.16.-Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιεί προς τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου:
α.κάθε υπογραφή,
β.την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης,
γ.κάθε ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σύμφωνα με το άρθρ. ΙΙ,
δ.κάθε δήλωση ή γνωστοποίηση που λαμβάνεται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρ. 12,
ε.κάθε επιφύλαξη που διατυπώνεται κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρ. 13,
στ. την ανάκληση κάθε επιφύλαξης που γίνεται κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρ. 13,
ζ.κάθε γνωστοποίηση που λαμβάνεται κατ’ εφαρμογή του άρθρ. 14 και την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθεί σε ισχύ η καταγγελία,
η.κάθε παύση της ισχύος της σύμβασης κατ’ εφαρμογή του άρθρ. 15.
Σε πίστη των ανωτέρω, οι υπογράφοντες, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι γι’ αυτό, υπέγραψαν την παρούσα σύμβαση.
Έγινε στο Στρασβούργο στις 27 Ιαν. 1977, στη γαλλική και αγγλική γλώσσα, σε δύο κείμενα που έχουν την ίδια ισχύ, σε ένα μοναδικό αντίτυπο το οποίο θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα κοινοποιήσει επικυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης αυτής σε κάθε κράτος που την υπέγραψε.
Άρθρο δεύτερο.-Οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται σε ημεδαπούς και αλλοδαπούς για κάθε έγκλημα που προβλέπεται στο άρθρ. 1 της σύμβασης υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρ. 6 αυτής.
(Μετά τη σελ. 122,44) Σελ.122,45
Τεύχος Ι-9-2 Σελ.33
Άρθρο τρίτο.-Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της σύμβασης που κυρώνεται από την ημερομηνία που ορίζει το άρθρ. 11 παρ. 3 αυτής.
Με ανακοίνωση του Υπ. Εξ. της 29 Αυγ.-4 Οκτ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 221) η άνω σύμβαση τέθηκε σε ισχύ στις 5 Νοεμ. 1988.


















































Σελ.122,46
Τεύχος Ι-9-2 Σελ.34
3. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1916
της 28/28 Δεκ. 1990 (ΦΕΚ Α΄ 187)
Για την προστασία της κοινωνίας από το οργανωμένο έγκλημα.
Καταργήθηκε από την παρ. 1 του άρθρ. 35, του Νόμ. 2172/16-16 Δεκ. 1993, (ΦΕΚ Α΄ 207), ανωτ. σελ. 84,253.

4. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2096
της 30 Νοεμ./2 Δεκ. 1992 (ΦΕΚ Α΄ 188)
Κύρωση Συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Εσωτερικών της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, σε θέματα τρομοκρατίας- ναρκωτικών, οργανωμένου εγκλήματος κλπ.
Άρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Δημόσιας τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Εσωτερικών της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας σε θέματα τρομοκρατίας-ναρκωτικών, οργανωμένου εγκλήματος κ.λπ., που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 8 Ιουλ. 1991, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΤΑΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και το Υπουργείο Εσωτερικών της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, τα οποία περαιτέρω αποκαλούνται ΜΕΡΗ, με την παρούσα, συμφωνούν τα ακόλουθα:
Άρθρ.1.-1.Τα Μέρη, σε βάρος ισοτιμίας και αμοιβαίου συμφέροντος και σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες και συμφωνίες και ανάλογα με τις ίδιες αυτών νομοθεσίες, θα συνεργασθούν και θα παράσχουν συνδρομή στους τομείς:
α.Της καταπολέμησης:
(1)Της διεθνούς τρομοκρατίας.
(2)Της διακίνησης ναρκωτικών.
(3)Του οργανωμένου εγκλήματος.
(4)Των παράνομων οικονομικών συναλλαγών ευρείας κλίμακας και κοινού ενδιαφέροντος, της αρχαιοκαπηλείας και παράνομης διακίνησης αντικειμένων ιστορικής, θρησκευτικής και καλλιτεχνικής αξίας.
(5)Της παράνομης διακίνησης όπλων, εξαρτημάτων αυτών και εκρηκτικών υλών.
β.Της αναζήτησης, του εντοπισμού και εξέτασης διωκομένων προσώπων, τα οποία έχουν διαπράξει ή είναι ύποπτα διάπραξης ιδιαιτέρως επικίνδυνων εγκλημάτων.
γ.Της ανταλλαγής πληροφοριών, σχετικά με την ασφάλεια μεγάλων διεθνών εμπορικών, αθλητικών και άλλων εκδηλώσεων στα εδάφη των Μερών.
δ.Της λήψης των κατάλληλων μέτρων για την αποτροπή παραβιάσεων της νομοθεσίας περί διασυνοριακής κυκλοφορίας.
ε.Της ανταλλαγής πληροφοριών για τον επιστημονικό και τεχνικό εξοπλισμό των Αστυνομικών δυνάμεων.
2.Καθένα από τα Μέρη θα ικανοποιεί τα αιτήματα του άλλου, που διατυπώνονται στα πλαίσια της παρούσας Συμφωνίας, εφόσον αυτά δεν αντίκεινται προς το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς Συμφωνίες ή στην εσωτερική του νομοθεσία και δεν αποβαίνουν σε βάρος των συμφερόντων του.
Άρθρ.2.-1.Η συνεργασία μεταξύ των δύο Μερών θα πραγματοποιείται:
α.Με εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους των αντίστοιχων πρεσβειών του καθενός από τα συμβαλλόμενα Μέρη, οι οποίοι θα διατηρούν άμεσες επαφές με τα αντίστοιχα Υπουργεία.
β.Με ανταλλαγή πληροφοριών, σ’ όλους του τομείς, που αναφέρονται στην παρούσα Συμφωνία.
γ.Με λήψη κοινών μέτρων και εκδήλωση συντονισμένων ενεργειών αμοιβαίου συμφέροντος.
δ.Με ανταλλαγή πληροφοριών, σχετικά με τη διοικητική δραστηριότητα και εμπειρία.
ε.Με ενημέρωση για τον νέας τεχνολογίας εξοπλισμό της Αστυνομίας και προμήθεια σχετικών δειγμάτων.
στ.Με παροχή βοήθειας στην εκπαίδευση και μετεκπαίδευση των στελεχών της Αστυνομίας, περιλαμβανομένης και εκπαίδευσης στη βάση της ανταλλαγής.
2.Οι παρεχόμενες πληροφορίες και οι υλικοί φορείς αυτών των πληροφοριών, που αποκτώνται λόγω της συνεργασίας των δύο Μερών, δεν μπορούν να χορηγηθούν σε τρίτους, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του Μέρους, το οποίο τις παρέχει.
Άρθρ.3.-Για την προώθηση αποτελεσματικής
συνεργασίας, υφιστάμενες υπηρεσίες των
δύο Υπουργείων, ειδικά εξουσιοδοτημένες,
μπορούν να συνομολογούν και να υπογράφουν
κοινά Πρωτόκολλα συνεργασίας, στα πλαίσια
της αρμοδιότητάς τους, ιδιαίτερα για την αντιμετώπιση ειδικών γεγονότων και καταστάσεων ανάγκης.
Άρθρ.4.-Για μακροχρόνιο σχεδιασμό, στα πλαίσια της παρούσας Συμφωνίας, Επιτροπή Ειδικών Εμπειρογνωμόνων θα συνέρχεται δύο φορές το χρόνο υπό την προεδρία του Υπουργού ή άλλου ανώτερου υπαλλήλου του Υπουργείου του υποδεχόμενου Μέρους.







(Αντί για τις σελ. 122,47-122,501) Σελ.122,47(α)
Τεύχος 1181-Σελ.105

Άρθρ.5.-1.Η παρούσα Συμφωνία δύναται να τροποποιηθεί και συμπληρωθεί κατόπιν έγγραφης Συμφωνίας των δύο Μερών.
2.Καταγγελία της Συμφωνίας είναι δυνατή κατόπιν τρίμηνης έγγραφης καταγγελίας του καταγγέλοντος Μέρους προς το έτερον.
Άρθρ.6.-Η Συμφωνία αυτή τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της ανταλλαγής των εγγράφων επικύρωσής της, σύμφωνα με τη νομοθεσία της κάθε πλευράς.
Υπεγράφη στην Αθήνα την 8η Ιουλ. 1991, σε δύο όμοια αντίτυπα, ένα στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ και ένα στη ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ γλώσσα, ενώ τα δύο κείμενα έχουν ταυτόσημη ισχύ.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟ ΝΤΑΝΩΦ
Άρθρο δεύτερο.-Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης Συμφωνίας από την ολοκλήρωση των διαδικασιών, που προβλέπονται από το άρθρο αυτής.






























Σελ.122,48(α)
Τεύχος 1181-Σελ.106
5. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2222
της 5/6 Ιουλ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 111)
Κύρωση Συμφωνίας μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας περί συνεργασίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, του οργανωμένου εγκλήματος και άλλων μορφών εγκληματικότητας.
Άρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συμφωνία μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ουγγρικής Δημοκρατίας, περί συνεργασίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, του οργανωμένου εγκλήματος και άλλων μορφών εγκληματικότητας, που υπεγράφη στη Βουδαπέστη στις 17 Φεβρ. 1993, και της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
Μεταξύ της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβερνήσεως της Ουγγρικής Δημοκρατίας περί συνεργασίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, του οργανωμένου εγκλήματος και άλλων μορφών εγκληματικότητας.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Ουγγρικής Δημοκρατίας, καλούμενες εφεξής τα «Συμβαλλόμενα Μέρη», στο πνεύμα των παραδοσιακών φιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο Χωρών, εκφράζουν την επιθυμία τους για συνεργασία σε θέματα που αναφέρονται στην παρούσα Συμφωνία.
Σεβόμενα τις Διεθνείς Συμφωνίες και τις Νομοθεσίες που ισχύουν σε αμφότερα τα Κράτη και υπό την επιφύλαξη ανειλημμένων υποχρεώσεών τους, βάσει των διμερών και πολυμερών Συμφωνιών με τρίτα Κράτη, τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν τα ακόλουθα:
Άρθρ.1.-Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα συνεργάζονται και θα παρέχουν αμοιβαία βοήθεια στους εξής τομείς:
α.Καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
β.Καταπολέμηση της παράνομης παραγωγής διακίνησης και κατανάλωσης ναρκωτικών, ψυχοτρόπων και προδρόμων ουσιών.
γ.Καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος.
δ.Καταπολέμηση της πλαστογραφίας εγγράφων και παραχάραξης χρήματος και άλλων αξιών.
ε.Καταπολέμηση παράνομων δραστηριοτήτων, σε σχέση με όπλα, πυρομαχικά και εκρηκτικές ύλες.
στ.Καταπολέμηση της οικονομικής εγκληματικότητας.
ζ.Καταπολέμηση του λαθρεμπορίου αντικειμένων ιστορικής και πολιτιστικής αξίας, πολύτιμων λίθων και μετάλλων, καθώς και άλλων πολύτιμων αντικειμένων.
η.Καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρ. 4.
Άρθρ.2.-Η συνεργασία μεταξύ των δύο Μερών θα επιτευχθεί με:
α.Ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών στους προαναφερόμενους στο άρθρ. 1 τομείς κοινού ενδιαφέροντος, που θα καλύπτει τους εγκληματίες, τις μεθόδους και τα μέσα διάπραξης των εγκλημάτων.
β.Ανταλλαγή εντύπου υλικού, δειγμάτων εγγράφων και στοιχείων που αφορούν τη χρήση τους, καθώς και δημοσιευμάτων και αποτελεσμάτων επιστημονικών ερευνών σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Άρθρ.3.-Στα πλαίσια της συνεργασίας στους τομείς που ορίζονται στο άρθρ. 1, ειδικοί των Συμβαλλομένων Μερών θα πραγματοποιούν, κατόπιν συνεννοήσεως, συναντήσεις εργασίας για την προετοιμασία και προώθηση των αναγκαίων μέτρων.
Άρθρ.4.-Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται στην καταπολέμηση κάθε μορφής παράνομης μετανάστευσης. Για το σκοπό αυτόν θα προχωρήσουν σε ειδική Συμφωνία Επανεισδοχής σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρότυπα.
Άρθρ.5.-Για την προστασία των προσωπικών στοιχείων που θα παραδίδονται στην πορεία της συνεργασίας ισχύουν τα ακόλουθα:
α.Το παραλαμβάνον Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να χρησιμοποιεί τα στοιχεία μόνο κάτω από τους όρους που θα καθορίζει το Συμβαλλόμενο Μέρος που τα παραδίδει. Για τη χρήση αυτών των στοιχείων και για το αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται, το παραδίδον Συμβαλλόμενο Μέρος θα ενημερώνεται κατόπιν σχετικού αιτήματος.
β.Προσωπικά στοιχεία επιτρέπεται να παραδίδονται μόνο στις αρχές δίωξης του εγκλήματος και άλλες αρχές αρμόδιες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, των ναρκωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος. Τα στοιχεία μπορεί να κοινοποιούνται σε άλλες υπηρεσίες ή σε τρίτες χώρες μόνο με προηγούμενη άδεια της αρχής που τα παραδίδει.
Άρθρ.6.-Τα Συμβαλλόμενα Μέρη διασφαλίζουν τη μυστικότητα των διαβαθμισμένων στοιχείων που παρέχονται.
Έγγραφα, στοιχεία και μέσα μπορεί να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα μόνο με την έγκριση της αρμόδιας αρχής του Συμβαλλόμενου Μέρους που τα παρέχει.






(Αντί για τη σελ. 122,49) Σελ. 122,49(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 101
Άρθρ.7.-Η επικοινωνία των δύο Συμβαλλομένων Μερών, σε θέματα της παρούσας Συμφωνίας, θα πραγματοποιείται με τον πλέον πρόσφορο για κάθε Μέρος τρόπο.
Τα Μέρη θα ανταλλάξουν κατάσταση των εξουσιοδοτημένων για επικοινωνία και συνεργασία υπηρεσιών.
Άρθρ.8.-Έκαστο των Συμβαλλομένων Μερών δύναται για λόγους εθνικής ασφάλειας, δημόσιας ασφάλειας ή άλλους σοβαρούς λόγους, να αναστέλλει εν όλω ή εν μέρει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Η αναστολή αυτή και η λήξη της θα κοινοποιείται αμελλητί στο έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος, δια της διπλωματικής οδού, αναφερομένων των λόγων.
Άρθρ.9.-Η διάρκεια ισχύος της παρούσας Συμφωνίας είναι απεριόριστη. Έκαστο των Συμβαλλομένων Μερών δύναται να καταγγείλει τη Συμφωνία δια μέσου της διπλωματικής οδού. Η Συμφωνία παύει να ισχύει 3 μήνες από τη λήψη της καταγγελίας.
Άρθρ.10.-Η παρούσα Συμφωνία υπόκειται σε έγκριση και τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία ανταλλαγής των σχετικών διπλωματικών διακοινώσεων.
Με Ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών της 4-18 Απρ. 1995 (ΦΕΚ Α΄ 75) η ανωτέρω Συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 15 Απρ. 1995.

6. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2223
της 5/6 Ιουλ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 111)
Κύρωση υπουργικής Συμφωνίας για την καθιέρωση της Μονάδας Δίωξης Ναρκωτικών EUROPOL.

















Σελ. 122,50(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 102

7. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2655
της 24 Νοεμ.-1 Δεκ.1998 (ΦΕΚ Α 264)
Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.
Με την Φ.0546/39/ΑΣ 614/Μ.4918/14-27 Ιουλ.1999 (ΦΕΚ Α 152) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών ορίστηκε ότι: Η παραπάνω Σύμβαση, η οποία κυρώθηκε με τον υπ’ αριθ.2655/1998 Νόμο που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ.264 Φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως τεύχος Α΄ της 1 Δεκ.1998, θα τεθεί σε ισχύ ως προς τη χώρα μας σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ.36 παρ.4 αυτής την 1 Οκτ.1999, με την επιφύλαξη των παρ.1 του άρθρ.2, 1 του άρθρ.6, 3 του άρθρ.14, 3 του άρθρ.25, 2 του άρθρ.32 και της σχετικής δηλώσεως βάσει της παρ.1 του άρθρ.23 αυτής.
8. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2814
της 9-10 Μαρτ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 69)
Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την ενίσχυση της τριμερούς συνεργασίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα του διασυνοριακού εγκλήματος μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.
Με την με αριθ.Φ. 0544/23/ΑΣ482/Μ.4971/4-27 Ιουλ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 172) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών ορίστηκε ότι: το άνω Πρωτόκολλο, το οποίο κυρώθηκε με τον υπ’αριθ. 2814/2000 Νόμο που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 69 Φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως τεύχος Α’ της 10 Μαρτίου 2000, τέθηκε σε ισχύ ως προς τη χώρα μας στις 9 Μαΐου 2000.

9. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2865
της 12-19 Δεκ. 2000 (ΦΕΚ Α΄ 271)
Κύρωση της Συμφωνίας περί συνεργασίας για την πρόληψη και καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος και του προσαρτημένου σε αυτήν Καταστατικού Χάρτη οργάνωσης και λειτουργίας του Περιφερειακού Κέντρου της Πρωτοβουλίας Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (Κέντρο S.E.C.I.) για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος.

10. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2925
της 25-27 Ιουν. 2001 (ΦΕΚ Α΄ 138)
Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ των Κυβερνήσεων των Κρατών που μετέχουν στην Οικονομική Συνεργασία του Ευξείνου Πόντου για συνεργασία στην καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα των οργανωμένων μορφών του.
Με την με αριθ.Φ. 0546/12/ΑΣ 160/Μ5044/12 Φεβρ. – 5 Μαρτ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 40) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών ορίστηκε ότι: η άνω Συμφωνία η οποία κυρώθηκε με τον υπ’ αριθμ. 2925/2001 νόμο που δημοσιεύτηκε στο υπ’ αριθμ. 138 Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Α΄, της 27 Ιουνίου 2001, τέθηκε σε ισχύ την 7η Μαρτίου 2002.


11. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2926
της 25-27 Ιουν. 2001 (ΦΕΚ Α΄ 139)
Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Τουρκίας για τη συνεργασία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Εσωτερικών της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εκκλήματος ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της λαθρομετανάστευσης.
Με την με αριθ.Φ.0544/11/ΑΣ 31/Μ. 5084/9 Ιαν.-4 Φεβρ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 16) ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών ορίστηκε ότι: η άνω Συμφωνία, η οποία κυρώθηκε με τον υπ’ αριθμ. 2926/2001 Νόμο που δημοσιεύτηκε στο υπ’ αριθμ. 139 Φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, τεύχος Α΄ της 27 Ιουνίου 2001, τέθηκε σε ισχύ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13 αυτής, την 17 Ιουλίου 2001.

12. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3030
της 5-15 Ιουλ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 163)
Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του άρθρου 8 της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την καταπολέμηση του εγκλήματος, ιδιαίτερα της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος, της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και της παράνομης μετανάστευσης.
Με την με αριθ. Φ.0544/ΑΣ 647/Μ. 5316/9 Αυγ-10 Σεπτ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 209)ανακοίνωση του Υπ. Εξωτερικών ορίστηκε ότι: το άνω Πρωτόκολλο, το οποίο κυρώθηκε με τον υπ’ αριθ. 3030/2002 Νόμο, που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 163 Φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως τεύχος Α~ της 15 Ιουλίου 2002, τέθηκε σε ισχύ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13 τελευταία παράγραφος αυτού την 5η Αυγούστου 2002.







(Μετά τη σελ. 122,50(α) Σελ. 122,501
Τεύχος Σελ.
13. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3034
της 18-19 Ιουλ. 2002 (ΦΕΚ Α΄ 168)
Κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

14. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3452
της 29 Μαρτ.- 3 Απρ. 2006 (ΦΕΚ Α΄ 70)
Κύρωση του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στη Συμφωνία μεταξύ των Κυβερνήσεων των Κρατών που μετέχουν στον Οργανισμό Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου για συνεργασία στην καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα των οργανωμένων μορφών του και άλλες διατάξεις.
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Πρόσθετο Πρωτόκολλο για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στη Συμφωνία μεταξύ των Κυβερνήσεων των Κρατών που μετέχουν στον Οργανισμό Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου για συνεργασία στην καταπολέμηση του εγκλήματος και ιδιαίτερα των οργανωμένων μορφών του (κυρώθηκε με το ν. 2925/2001, ΦΕΚ 138 Α΄/27.6.2001), που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2004 του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
(Ακολουθεί κείμενο)










Σελ. 122,502
Τεύχος Σελ.

Άρθρο δεύτερο.-(Παρατίθεται στον τομ. 4 σελ. 24,91094).
Με την με αριθ. Φ.0544/Μ.5696/ΑΣ.473/7-16 Ιουν. 2006 (ΦΕΚ Α΄ 123) Ανακοίνωση του Υπ.Εξωτερικών ορίστηκε ότι: το άνω Πρόσθετο Πρωτόκολλο,το οποίο κυρώθηκε από τη Χώρα μας με τον υπ’ αριθμ. 3452/2006 νόμο, ο οποίος δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. 70 Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, τεύχος Α΄, της 3 Απριλίου 2006, τέθηκε σε ισχύ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15 παράγραφος 2 αυτού, στις 14 Ιουνίου 2006.

ΘΕΜΑ
ζ
Διαφθορά αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών
1. ΝΟΜΟΣ υπ΄αριθ.2656
της 24 Νοεμ.-1 Δεκ.1998 (ΦΕΚ Α 265)
Κύρωση της Σύμβασης για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές.
Άρθρο πρώτο.- Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρ.28 παρ.1 του Συντάγματος, η Σύμβαση του Ο.Ο.Σ.Α. για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές που υπεγράφη στο Παρίσι στις 17 Δεκ.1997, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
(Ακολουθεί κείμενο σύμβασης και παράρτημα)
Δωροδοκία αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού
«Άρθρο δεύτερο.-1. ΄Οποιος, κατά την άσκηση διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και με σκοπό να αποκτήσει ή να διατηρήσει αθέμιτο επιχειρηματικό ή άλλο, μη οφειλόμενο, πλεονέκτημα, χρηματικό ή μη, προσφέρει, υπόσχεται ή δίνει, ο ίδιος ή μέσω τρίτου, δώρα ή άλλα μη οφειλόμενα ανταλλάγματα, σε αλλοδαπό δημόσιο λειτουργό, κατά την έννοια της σύμβασης του Ο.Ο.Σ.Α. που κυρώνεται με το άρθρο πρώτο του νόμου αυτού, υπέρ αυτού ή τρίτου, προκειμένου αυτός να προβεί σε ενέργεια ή παράλειψη που ανάγεται στην υπηρεσία του ή αντίκειται στα καθήκοντά του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.
2. Τα δοθέντα δώρα ή η αξία τους, καθώς επίσης και τα προϊόντα του εγκλήματος, που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, ή η αξία τους, δημεύονται.»
Το άρθρο δεύτερο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.1 άρθρ.9 Νόμ.3090/24-24 Δεκ.2002 (ΦΕΚ Α΄329), ανωτ.σελ.84,277.
Διευκόλυνση ή απόκρυψη τελέσεως δωροδοκίας αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού
Άρθρο τρίτο.-΄Οποιος για να διευκολύνει ή για να αποκρύψει την τέλεση της κατά το άρθρο δεύτερο της πράξεως:
1. Τηρεί λογαριαΚσμούς εκτός των βιβλίων της επιχείρησής του.
2. Διενεργεί συναλλαγές εκτός βιβλίων ή ανεπαρκώς προσδιορισμένες σε αυτά.
3.Καταχωρίζει ανύπαρκτες δαπάνες ή προσδιορίζει εσφαλμένα το αντικείμενό τους, ή
4. Χρησιμοποιεί έγγραφα με αναληθές περιεχόμενο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι των τριών ετών, αν η πράξη του δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
Αρμοδιότητα Σ.Δ.Ο.Ε.
Άρθρο τέταρτο.-Η διεξαγωγή ερευνών και προανακρίσεως επί των αξιόποινων πράξεων του παρόντος υπάγονται στην αρμοδιότητα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)
Διοικητικές Κυρώσεις
΄Αρθρο πέμπτο.-«1. Αν κάποιο νομικό πρόσωπο ή επιχείρηση, από υπαιτιότητα των διευθυντικών στελεχών του, ωφελήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου, επιβάλλεται σ΄ αυτό, με απόφαση του προϊσταμένου της οικείας περιφερειακής διευθύνσεως του Σ.Δ.Ο.Ε. (άρθρο 5 του π.δ. 218/1996, ΦΕΚ 168 Α΄):
α) διοικητικό πρόστιμο μέχρι του τριπλάσιου της αξίας του οφέλους ή
β) προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας ή
γ) πρόσκαιρος ή οριστικός αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.»
Το άρθρο πέμπτο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.2 άρθρ.9 Νόμ.3090/24-24 Δεκ.2002 (ΦΕΚ Α΄329), ανωτ.σελ.84,277.
Νομιμοποίηση εσόδων
΄Αρθρο έκτο.- 1. Στο άρθρ1 στοιχ.α του νόμ.2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄/24.8.1995) αναριθμούνται τα εδάφ.αιζ, αιη και αιθ που προστέθηκαν με την παρ.1 του άρθρ.6 του νόμ.2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α΄/25.7.1997) κατ’ αύξουσα αρίθμηση αντιστοίχως.
2.(Προστίθεται εδάφ.ακα στο άρθρ.1 στοιχ.α Νόμ.2331/1995, ΦΕΚ Α 173, ανωτ.σελ.84,257).



(Αντί για τη σελ.122,61) Σελ. 122,61(α)
Τεύχος 1357 Σελ. 43

Αρμόδια αρχή
΄Αρθρο έβδομο.- Αρμόδια αρχή, για τους σκοπούς των άρθρ.4 παρ.3, 9 και 10 της Σύμβασης, είναι ο Υπουργός Δικαιοσύνης.
΄Αρθρο όγδοο.- Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρ.15 αυτής.
Με την Φ.0546/5/ΑΣ 173/Μ.4924/24 Φεβρ.-8 Μαρτ. 1999,(ΦΕΚ Α΄ 44), ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών η άνω σύμβαση που κυρώθηκε με τον Νόμ. 2656/1998 τέθηκε σε ισχύ ως προς τη χώρα μας την 15 Φεβρουαρίου 1999.


Σελ. 122,62(α)
Τεύχος 1357 Σελ. 43

Δεν υπάρχουν σχόλια: