24 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ρ ΝΑΥΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΘΕΜΑ α Ναυτική Ποινική Νομοθεσία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ρ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΘΕΜΑ α

Ναυτική Ποινική Νομοθεσία
Η Ναυτική Ποινική Νομοθεσία περιελήφθη ήδη εις
τον Στρατιωτικόν Ποινικόν Κώδικα (8.Μα.).

1. ΝΟΜΟΣ
της 22 Αυγ. 1790
Περί εγκλημάτων και ποινών
Ο ως άνω Γαλλικός Ποινικός Νόμος εισήχθη εν ισχύϊ δια του ΙΗ΄ Ψηφίσματος του Κυβερνήτου Ι. Καποδιστρίου και διετηρήθη εν ισχύϊ δια του άρθρ. 14 ν. ΧΝΘ΄/1861, πλην ούτος κατηργήθη δια του άρθρ 1 του Α.Ν. 2840/1941 (8.Μα.9).

2. ΝΟΜΟΣ ΧΝΘ΄
της 5/26 Αυγ. 1861
Περί ναυτικής Ποινικής νομοθεσίας.
Ο ως άνω νόμος, ως και οι
α)Νόμος ΒΥΚΗ΄ της 30 Νοεμ. /11 Δεκ. 1896 π. υπολογισμού του χρόνου της προφυλακίσεως εν τη υπό του Διαρκούς Ναυτοδικείου καταγιγνωσκομένη ποινή.
β)Νόμος ΓΡΜΕ΄ της 8/10 Ιουλ. 1906 π. μεταρρυθμίσεως των άρθρ. 1, 3 μέχρι 10, συμπεριλαμβανομένου, και 12 π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας ΧΝΘ΄ νόμου.
γ)Νόμος ΓΨΙ΄ της 9/15 Απρ. 1910 π. συμπληρώσεως του άρθρ. 3 του ΧΝΘ΄ ν. περί ναυτικής ποινικής νομοθεσίας, ως ετροποποιήθη τούτο δια του ν.ΓΡΜΕ΄ και περί της ισχύος εν τη ναυτική ποινική δικαιοσύνη του ν. ΒΣΞΒ΄ του μεταρρυθμίσαντος διατάξεις τινάς του ν. περί στρατιωτικής ποινικής νομοθεσίας.
δ)Νόμος ΔΟΗ΄ της 8/9 Οκτ. 1912 π. συμπληρώσεως του άρθρ. 3 του ΧΝΘ΄ ν. περί ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ε)Νόμος ΔΠΓ΄ της 8/9 Οκτ. 1912 π. συμπληρώσεως του άρθρ. 1 του ΧΝΘ΄ νόμου.
ς)Νόμος 532 της 27 Δεκ. 1914/3 Ιαν. 1915 π. αντικαταστάσεως της ς΄ παραγράφου του άρθρ. 4 του ΧΝΘ΄ ν. περί ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ζ)Νόμος 545 της 31/31 Δεκ. 1914 π. εφαρμογής των διατάξεων του ΔΟΗ΄ νόμου π. συμπληρώσεως του άρθρ. 3 του ΧΝΘ΄ νόμου π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας και κατά τας ασκήσεις.
η)Νόμος 1153 της 16/20 Μαρτ. 1918 π. συμπληρώσεως των ναυτικών ποινικών νόμων.
θ)Ν. Β. Δ. 1438 της 22/26 Μαΐου 1918 π. τροποποιήσεως των διατάξεων περί ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ι)Νόμος 1767 της 2/4 Απρ. 1919 π. τροποποιήσεως των διατάξεων της ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ια)Ν.Δ. 27/28 Ιουν. 1919 π. ποινικής δωσιδικίας του προσωπικού του λιμενικού σώματος.
ιβ)Νόμος 1926 της 20/24 Ιαν. 1920 π. κυρώσεως του από 27 Ιουν. 1919 Ν.Δ. π. ποινικής δωσιδικίας του προσωπικού του λιμενικού σώματος και προσθήκης συναφών διατάξεων.
ιγ)Νόμος 2223 της 23/30 Ιουν. 1920 π. τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας διατάξεων.
ιδ)Ν.Δ.11/20 Σεπτ. 1923 π. προσθήκης διατάξεως εις το γ΄ εδ. του 3 άρθρ. του ΧΝΘ΄ νόμου π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ιε)Ν.Δ. της 28 Αυγ. /5 Σεπτ. 1925 π. καταργήσεως του από 11 Σεπτ. 1923 Ν.Δ. π. προσθήκης διατάξεως εις το γ΄ εδ. του άρθρ. 3 του ΧΝΘ΄ ν. περί ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
Σελ. 225

ις)Ν.Δ. 5/11 Ιαν. 1926 π. της ισχύος των δια του από 11 Σεπτ. 1925 επενεχθεισών τροποποιήσεων εις την στρατιωτικήν ποινικήν νομοθεσίαν και εν τη ναυτική τοιαύτη και π. προσθήκης διατάξεων τινών εις αυτήν.
ιζ)Νόμος 4235 της 23/30 Ιουλ. 1929 π. προσθήκης παρ. ζ΄ εις το άρθρ. 3 του ΧΝΘ΄ νόμου π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
ιη)Α.Ν. της 7/15 Νοεμ. 1935 π. συμπληρώσεως διατάξεων ναυτικής ποινικής δικονομίας.
ιθ)Α.Ν. της 24/30 Ιουλ. 1936 π. τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του ν. ΧΝΘ΄ π. ναυτικής ποινικής νομοθεσίας.
κ)Α.Ν. 2798 της 17/21 Φεβρ. 1941 π. συ-
στάσεως εκτάκτων Ναυτοδικείων.
κατηργήθησαν δια του άρθρ. 1 α΄ και ι΄ του Α.Ν. 2840/1941 (8.Μα.9).
Σχετικός και ο:
κα)Νόμος 108 της 25/27 Ιαν. 1945 π. τροποποιήσεως του Α.Ν. 3025/41 «περί συστάσεως Εκτάκτου Στρατιωτικού Δικαστηρίου και άλλων συναφών διατάξεων ως και του Α.Ν. 3078/42 περί τροποποιήσεως των διατάξεων του Α.Ν. 3025/41 κλπ.». (Ο Α. Ν. 3025/41 εκδοθείς εν Μ. Ανατολή, δεν εδημοσιεύθη εις την Εφημ. Κυβερνήσεως εν Αθήναις, συνεπώς δεν ίσχυσεν επί του Ελληνικού εδάφους).































Σελ. 226
ΘΕΜΑ
β

Δικαστικοί Σύμβουλοι Πολεμικού Ναυτικού
1. ΝΟΜΟΣ 758
της 23/24 Αυγ. 1917
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των εν τη ναυτική ποινική δικαιοδοσία ισχυουσών διατάξεων.
Τα άρθρ. 6-8 κατηργήθησαν υπό του ν. 2223 (8.Ρα.ιγ), τα δε άρθρ. 1-5 ως και ο Νόμος 960 της 20/23 Οκτ. 1917 π. τροποποιήσεως του νόμου 758 της 23 Αυγ. 1917 π. τροποπ. και συμπληρώσεως των εν τη ναυτική ποινική δικαιοδοσία ισχυουσών διατάξεων, αντικατεστάθησαν δια της κατωτέρω νεωτέρας νομοθεσίας.

2. ΝΟΜΟΣ 2936
της 27 Ιουλ. 4 Αυγ. 1922
Περί συστάσεως σώματος δικαστικών συμβούλων του Β. Ναυτικού.
(Κατηργήθη δια του άρθρ. 10 Ν.Δ. 657/1970, ανωτ. σελ. 214,07).

3. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 27 Σεπτ. /11 Οκτ. 1922
Περί καταργήσεως του νόμου 2936 της 27 Ιουλ. 1922 π. συστάσεως σώματος δικαστικών συμβούλων του Β.Ναυτικού κλπ.
Κατηργήθη υπό του Ν.Δ. 2/10 Σεπτ. 1925.

4. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 2/10 Σεπτ. 1925
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των εν τη ναυτική ποινική δικαιοδοσία ισχυουσών διατάξεων.
Εκυρώθη υπό του Π.Δ. της 14/15 Ιουλ. 1927.
Άρθρον 1
Καταργείται το Ν.Δ. της 27 Σεπτ. 1922 (ανωτ. αρ. 3 και επαναφέρεται εν ισχύϊ ο ν.2936 (ανωτ. αρ. 2) ισχυουσών και αύθις των περί πρώτης εφαρμογής διατάξεων αυτού, εκτός των δια του παρόντος καταργουμένων ή τροποποιουμένων.
Άρθρα 2-6
Τροποποιείται ο ν. 2936 (ανωτ. αρ. 2).
Άρθρον 7
(Μεταβατική διάταξις).
Άρθρον 8
Επιτρέπεται η δια διατάγματος κωδικοποίησις του παρόντος μετά του ν. 2936, μεταβαλλομένης εν ανάγκη της αριθμήσεως των άρθρων.
Άρθρον 9
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται της δημοσιεύσεώς του εν τη Εφημερίδι Κυβερνήσεως και υποβληθήσεται εις την εθνοσυνέλευσιν.

5. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 9/13 Φεβρ. 1926
Περί αποδοχών δικαστικών συμβούλων Πολεμικού Ναυτικού.
Άρθρον μόνον
Οι δικαστικοί σύμβουλοι του Π. Ναυτικού εξομοιούνται και ως προς τας αποδοχάς προς τους αξιωματικούς του Π. Ναυτικού, καταργουμένης της αντιθέτου διατάξεως του άρθρου 13 του ν. 2936.
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από 1ης Φεβρ. 1926.

6. ΝΟΜΟΣ 4992
της 15/18 Μαΐου 1931
Περί συμβουλίου κατατάξεως, προαγωγής, στασιμότητος, τοποθετήσεων, μεταθέσεων των δικαστικών συμβούλων Πολεμικού Ναυτικού.
Άρθρον 1
«1.Αι κατατάξεις των εχόντων τα νόμιμα προσόντα δικαστικών συμβούλων του Β. Ναυτικού, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, προαγωγαί κλπ. γίνονται δια Β. Διατάγματος προκαλουμένου υπό του υπουργού Ναυτικών, κατόπιν γνωμοδοτήσεως, εχούσης υποχρεωτικήν ισχύν του Α.Ν.Δ.Σ., εις ο λαμβάνει μέρος, ως εισηγητής μετά ψήφου, ο διευθυντής της Ναυτ. Δικαιοσύ-









(Αντί της σελ. 227) Σελ. 227(α)
Τεύχος 396-Σελ. 45
νης, εφ’ όσον ούτος είναι μέλος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, άλλως ο αρχαιότερος πλοίαρχος δικαστικός, οπουδήποτε υπηρετεί ούτος, όστις και αναπληροί τον εκ του Αναθεωρητικού διευθυντήν, εις ην περίπτωσιν δεν δύναται ούτος να μετάσχη του συμβουλίου. Ο δε πλοίαρχος δικαστικός κωλυόμενος αναπληρούται κατόπιν διαταγής του υπουργού των Ναυτικών υπό τινος των παρά τω Αναθεωρητικώ Δικαστηρίω μελών, των προερχομένων εκ των τάξεων της ναυτικής δικαιοσύνης, κατά σειράν αρχαιότητος και τούτων κωλυομένων υφ’ ετέρου μέλους του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, οριζομένου υπό του προέδρου αυτού κατ’ αίτησιν του υπουργείου Ναυτικών.
2)Ο πλοίαρχος δικαστικός τοποθετείται δια Β. Διατάγματος προτάσει του επί των Ναυτικών υπουργού άνευ γνωμοδοτήσεως του ανωτέρω οριζομένου συμβουλίου».
Αντικατεστάθη ως άνω υπό του Α.Ν. 122 (κατωτ. αριθ. 12).
Άρθρον 2
«Ουδείς δικαστικός σύμβουλος προάγεται εις ανώτερον βαθμόν, αν μη προηγουμένως συμπληρώση εξαετή τουλάχιστον υπηρεσίαν εις τον βαθμόν ον φέρει, ως επίσης χαρακτηρισθή υπό του εν άρθρω 1 οριζομένου συμβουλίου ως προακτέος. Δια τους υποπλοιάρχους δικαστικούς συμβούλους απαιτείται προς προαγωγήν τετραετής υπηρεσία».
Αντικατεστάθη ως άνω υπό του Ν. 6229 (κατωτ. αριθ. 8).
Άρθρον 3
Προς υπολογισμόν των εν τω άρθρω 1 καθοριζομένων χρόνων υπηρεσίας εν εκάστω βαθμώ ως προσότων προαγωγής λαμβάνονται υπ’ όψιν και προσμετρούνται οι χρόνοι καθ’ ους διετέλεσαν οι δικαστικοί σύμβουλοι εν τω αυτώ βαθμώ: 1)Εις άδειαν λόγω ασθενείας ή αναρρώσεως μέχρις εξ μηνών. 2)Εις άδειαν κανονικήν ή απουσίας, μέχρι τριών μηνών, 3)Εις διαθεσιμότητα δι’ έλλειψιν θέσεως. 4)Εις αιχμαλωσίαν εφ’ όσον επανελθόντες απηλλάγησαν πάσης κατηγορίας. 5)Εις διαθεσιμότητα τη αιτήσει των μέχρις εξ μηνών. 6)Εις διαθεσιμότητα εκ χρονίου νοσήματος μέχρις ενός έτους. 7)Εις αργίαν δια προσκαίρου παύσεως ή ποινών εν γένει φυλακίσεως μέχρις ενός έτους εν συνόλω.
Εν συρροή πλειόνων τοιούτων περιπτώσεων οι ως άνω χρόνοι υπολογίζονται μέχρι του ημίσεως το πολύ του απαιτουμένου χρόνου δια την εκ του βαθμού ον φέρουσιν εις τον αμέσως επόμενον προαγωγήν.
Οι δικαστικοί σύμβουλοι προβιβάζονται μόνον εφ’ όσον διατελούσιν εν ενεργεία, διαθεσιμότητι ή αργία δια προσκαίρου παύσεως.
Άρθρον 4
Υπαρχουσών κενών θέσεων αι προαγωγαί των δικαστικών συμβούλων του Π. Ναυτικού γίνονται υποχρεωτικώς μεν κατά τους μήνας Ιανουάριον και Ιούλιον, προαιρετικώς δε οποτεδήποτε.
Αι μέχρι τούδε γενόμεναι προαγωγαί εν τω σώματι δικαστικών συμβούλων Π. Ναυτικού κυρούνται δια του παρόντος.
Άρθρον 5
Προτάσεις προς προαγωγήν δικαστικών συμβούλων υποβάλλονται δις του έτους, κατ’ Απρίλιον και Οκτώβριον, δια των κεκανονισμένων φύλλων ποιότητος των λοιπών αξιωματικών του Π. Ναυτικού, συμφώνως προς το από 22 Μαρτ. 1929 διάταγμα «περί φύλλων ποιότητος των αξιωματικών και πληρωμάτων του Π. Ναυτικού» και τας ενδεχομένας τροποποιήσεις τούτου.
Άρθρον 6
Οι δικαστικοί σύμβουλοι, κρινόμενοι εις τα φύλλα ποιότητός των επί τη βάσει της επαγγελματικής των ικανότητος και των εν γένει προσόντων των, χαρακτηρίζονται ως προακτέοι και στάσιμοι.
Ο τοιούτος χαρακτηρισμός προϋποθέτει πάντως προηγουμένην διετή υπηρεσίαν εις τον βαθμόν.
Άρθρον 7
Κατά Ιούνιον εκάστου έτους συνερχόμενον το εν άρθρω 1 οριζόμενον συμβούλιον καταρτίζει τους πίνακας των πρακτέων και στασίμων, επί τη βάσει των εν τω υπουργείω των Ναυτικών τηρουμένων βιβλίων ποιότητος, πάσης φύσεως εκθέσεως, ποινολογίων και παντός άλλου υπ’ όψιν αυτού δεδομένου, ως και πίνακα των αποστρατευτέων ή απολυτέων δικαστικών συμβούλων.
Ως αποστρατευτέους ή απολυτέους δύναται να χαρακτηρίση το συμβούλιον δι’ ειδικής αποφάσεως εκείνους εκ των δικαστικών συμβούλων, οίτινες εκρίθησαν εις τον αυτόν βαθμόν δις συνεχώς ή δις εντός διετίας στάσιμοι. Δια την εφαρμογήν της παραγράφου ταύτης λαμβάνονται υπ’ όψιν και τα προ της εφαρμογής του νόμου τούτου συνταχθέντα φύλλα ποιότητος περί των συμβούλων.
Εις άπαντας τους ως άνω πίνακας δεν δύναται να συμπεριληφθώσιν ή δικαστικοί σύμβουλοι έχοντες συμπληρώσει διετίαν εν τω βαθμώ ον φέρουν, των εχόντων ολιγώτερον ουδόλως κρινομένων υπό του συμβουλίου.
Άρθρον 8
Άπασαι αι περί προαγωγής, στασιμότητος
και αποστρατείας αποφάσεις του συμβουλίου,
επί τη βάσει των οποίων καταρτίζονται αι



(Αντί των σελ. 229 και 231) Σελ. 229(α)
εν άρθρω 7 πίνακες, λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν, ψηφιζόντων υποχρεωτικώς όλων των μελών.
Άρθρον 9
Οι εν άρθρω 7 πίνακες συντάσσονται εις διπλούν και υπογραφόμενοι υπό των μελών του συμβουλίου υποβάλλονται εις τον υπουργόν των Ναυτικών.
Ο υπουργός των Ναυτικών κυρών υποχρεωτικώς τους πίνακας προκαλεί εντός μηνός από της συντάξεώς των διάταγμα επικυρώσεως αυτών, από της δημοσιεύσεως του οποίου άρχεται η ισχύς των.
Τα ονόματα των αναγεγραμμένων εις τούτους δικαστικών συμβούλων δεν δημοσιεύονται εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρον 10
Δικαστικοί σύμβουλοι περιληφθέντες εις τον πίνακα των αποστρατευτέων ή απολυτέων τίθενται εις αυτεπάγγελτον αποστρατείαν ή απολύονται των τάξεων του Π. Ναυτικού εντός μηνός από της ισχύος των πινάκων.
Άρθρον 11
Αι περί στασιμότητος αποφάσεις των δικαστικών συμβούλων κοινοποιούνται δι’ εμπιστευτικών εγγράφων του τμήματος προσωπικού Υ.Ν. εις τους ενδιαφερομένους.
Η μη κοινοποίησις συνεπάγεται την ακύρωσιν των συνεπειών των αναφερομένων εις το άρθρ. 7.
Άρθρον 12
Η διάταξις του άρθρου 3 ως προς τας λόγω ασθενείας ή αναρρώσεως αδείας εφαρμογήν έχει μόνον δια τας από της ισχύος του παρόντος χορηγηθησομένας τοιαύτας.
Άρθρον 13
Η δευτέρα παράγραφος του άρθρου 11 του Ν. 2936, ισχύοντος ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του από 2 Σεπτ. 1925 Ν.Δ., ως και πάσα προγενεστέρα διάταξις αντιβαίνουσα εις τας παρούσας καταργείται.

7. ΝΟΜΟΣ 6211
της 28/30 Ιουλ. 1934
Περί περιορισμού οργανικών θέσεων πλοιάρχων δικαστικών συμβούλων πολεμικού ναυτικού.
Άρθρον μόνον
Αι οργανικαί θέσεις (αριθμοί ) εις τον βαθμόν πλοιάρχου δικαστικού συμβούλου Π.Ν. περιορίζονται εις μίαν.
Οι επί πλέον των ανωτέρω οργανικών θέσεων υπηρετούντες διατηρούνται μέχρις εξαντλήσεως, καταλαμβάνοντες οργανικήν θέσιν του αμέσως κατωτέρου βαθμού.


Σελ. 230(α)

Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αι οργανικαί θέσεις των δικ. συμβούλων είχον ορισθή υπό του άρθρ. 1 του ν. 5600π. καθορισμού του αριθμού και διαρρυθμίσεως των οργανικών θέσεων των αξιωματικών του Π.Ν. (τ.37) ως εξής: Πλοίαρχοι 2(ήδη 1), αντιπλοίαρχοι 2, πλωτάρχαι 2, υποπλοίαρχος 1.

8. ΝΟΜΟΣ 6229
της 6/11 Αυγ. 1934
Περί αντικαταστάσεως του άρθρ. 2 του Ν. 4992 π. συμβουλίου κατατάξεως κλπ. των δικαστικών συμβούλων του πολεμικού ναυτικού.

9. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ
της 18 Απρ./10 Μαΐου 1935
Περί εφαρμογής του άρθρ. 8 του Ν. 2936 δια την κατάταξιν ανθυποπλοιάρχου δικαστικού πολεμικού ναυτικού.
(Προσωρινής ισχύος).

10. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ
της 21/25 Οκτ. 1935
Περί τρόπου κατατάξεως εν τω σώματι της Ναυτικής Δικαιοσύνης.
Κατηργήθη υπό του Ν.Δ. 16/17 Ιουλ. 1936 (κατωτ. αριθ. 11).

11. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 16/17 Ιουλ. 1936
Περί του τρόπου κατατάξεως εν τω σώματι της Ναυτικής Δικαιοσύνης.
Κατηργήθη δια του άρθρ. 168 Α.Ν. 794/1948, περιληφθέντος εις άρθρ. 172 Β.Δ. 10/28 Δεκ. 1949 (Τόμ. 37Α σελ. 371).

12. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ 122
της 13/25 Σεπτ. 1936
Περί αντικαταστάσεως άρθρ. 1 Ν. 4992/1931 π. συμβουλίου κατατάξεως κλπ. των δικαστικών συμβούλων του Β.Ν.

13. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 360
της 2/6 Ιουν. 1945
Περί αντικαταστάσεως της πρώτης παραγράφου του άρθρ. 1 του Ν.Δ. της 16/17 Ιουλ. 1936 «περί του τρόπου κατατάξεως εν τω Σώματι της Ναυτ. Δικαιοσύνης».
Κατηργήθη δια του άρθρ. 168 Α.Ν. 794/1948.

14. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 194
της 20/24 Νοεμ. 1967 (ΦΕΚ Α΄208)
Περί κατατάξεως Υποπλοιάρχων Δικαστικών Β.Ν.
Άρθρον μόνον.-1.Προς κάλυψιν των υφισταμένων κενών εις Δικαστικούς Αξιωματικούς του Β.Ν. και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών επιτρέπεται η κατάταξις εν τω Β.Ν., πλέον των υπό της προκηρύξεως του σχετικού διαγωνισμού προβλεπομένων προς κατάταξιν 2 Υποπλοιάρχων Δικαστικών και ετέρου ενός εκ του πίνακος των επιτυχόντων κατά τον διενεργηθέντα διαγωνισμόν Οκτ. 1967.
2.Οι ισχύοντες Οργανικοί Αριθμοί, των Υποπλοιάρχων Δικαστικών του Β.Ν. αυξάνονται κατά ένα.
3.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.







































































(Μετά την σελ. 230(α) Σελ. 230,01
350-103
ΘΕΜΑ
γ

Κανονισμός Ναυτοδικείου1. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 4/10 Φεβρ. 1912
Περί κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του Διαρκούς Ναυτοδικείου.
Έχοντες υπ’ όψιν τους νόμους ΧΝΘ΄ «περί Ναυτικής Ποινικής Νομοθεσίας», ΓΡΜΕ΄ «περί μεταρρυθμίσεως του νόμου τούτου» και Φ4Β΄ «περί Στρατιωτικής Ποινικής Νομοθεσίας», ως ετροποποιήθη δια του ΑΥΞΕ΄ νόμου, προτάσει του Ημετέρου επί των Ναυτικών Υπουργού προς κανονισμόν της εσωτερικής υπηρεσίας του Διαρκούς Ναυτοδικείου, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν:
ΚΕΦΑΛΑΙΙΟΝ Α΄
Περί Προέδρου
Άρθρον 1
Ο Πρόεδρος προΐσταται ιεραρχικώς του παρά τω Δ. Ναυτοδικείω υπηρετούντος προσωπικού και αποφαίνεται μετά του Β. Επιτρόπου και του Εισηγητού περί πάσης υπηρεσιακής διενέξεως των παρά τω Ναυτοδικείω υπηρετούντων λοιπών αξιωματικών.
Άρθρον 2
Ο Πρόεδρος μονογραφεί κατά σελίδας τας πρωτοτύπους αποφάσεις και τα πρακτικά των συνεδριάσεων και εκκαθαρίζει κατά μήνα τα εις τους τελεσιδίκως καταδικασθέντας καταλογισθέντα δικαστικά έξοδα.
Άρθρον 3
Ο Πρόεδρος, προ πάσης συνεδρίας, οφείλει να επιλαμβάνηται της μελέτης της δικογραφίας προς καθορισμόν της φυσικής εν τη εξετάσει σειράς των μαρτύρων, προσδιορισμόν των εγγράφων, ων αναγκαίως δέον να λάβη γνώσιν το δικαστήριον και εν γένει καλή των συζητήσεων διεύθυνσιν.
Άρθρον 4
Διαρκούσης της συνεδριάσεως, ο Πρόεδρος διατηρεί την εν τω ακροατηρίω ευταξίαν, έχει την ανωτάτην διεύθυνσιν των συζητήσεων, καταβάλλει πάσαν επιμέλειαν προς ανακάλυψιν της αληθείας, είτε υπέρ είτε κατά του κατηγορουμένου πρόκειται, απορρίπτει πάσαν πρότασιν, ήτις, μη δυναμένη να παραγάγη άξιόν τι προς τον σκοπόν της δίκης αποτέλεσμα, δύναται να επιφέρη ανωφελή παράτασιν των συζητήσεων, εξετάζει τους μάρτυρας και τον κατηγορούμενον, διατάσσει την σύλληψιν μαρτύρων, καθ’ ων προκύπτουσιν αποχρώσαι ενδείξεις ψευδομαρτυρίας, κηρύσσει την λήξιν των συζητήσεων όταν η υπόθεσις ανακριθή
προσηκόντως, θέτει τα ζητήματα, απαγγέλλει την απόφασιν και συμμορφούται κατά τα λοιπά και προς ενέργειαν των ανωτέρω προς τας ισχυούσας δικονομικάς διατάξεις.
Άρθρον 5.
Ο Πρόεδρος εν τη εξουσία αυτού προς τήρησιν της τάξεως δικαιούται να λάβη και έτερα μέτρα, εκτός των εν τω νόμω αναγραφομένων, όπως μη παρακωλύηται η ελευθέρα πρόοδος της επ’ ακροατηρίου διαδικασίας, διατάσσων να εκκενωθή εν μέρει το ακροατήριον, οσάκις εκ της επελθούσης συμπυκνώσεως καθίσταται δυσχερής η τήρησις της τάξεως, λαμβάνων πρόσφορα μέτρα και επί των πέριξ του Δικαστηρίου μερών προς καταστολήν ή πρόληψιν παντός τυχόν θορύβου, διαταράσσοντος την συνεδρίαν, και πράττων παν το συντελούν προς διατήρησιν της ευταξίας κατά τον χρόνον των συζητήσεων.
Άρθρον 6.
Ο Πρόεδρος, πρώτος μεταξύ ίσων θεωρούμενος, απλάς μόνον παρατηρήσεις δύναται ν’ απευθύνη τοις δικασταίς ως και τω Β. Επιτρόπω και Γραμαμτεί παρεκτρεπομένου τινός τούτων, αναφέρεται τω Υπουργείω των Ναυτικών, διακόπτων εν ανάγκη και την συνεδρίαν.
Άρθρον 7.
Ο Πρόεδρος εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός υποβάλλει εις το Υπουργείον της Δικαιοσύνης τους προς τήρησιν της υπό του Β. διατάγματος από 15 Νοεμβρίου 1910 προβλεπομένης επετηρίδος καθοριζομένους πίνακας και δελτία και εν γένει συμμορφούται προς τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις και τας παρεχομένας οδηγίας δι’ εγκυκλίων διαταγών του άνω Υπουργείου.
Άρθρον 8.
Παρά τω Γραφείω του Προέδρου τηρούνται:
1)Πρωτόκολλον εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων, και
2)Ποινολόγιον πειθαρχικών ποινών των παρά τω Δ. Ναυτοδικείω υπηρετούντων αξιωματικών και υπολογιστών.

Σελ. 233
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Περί Β. Επιτρόπου και Αντεπιτρόπων.
Άρθρον 9.
Ο Β. Επίτροπος προΐσταται αμέσως των Β. Αντεπιτρόπων και διενεργεί την διοικητικήν υπηρεσίαν του Εισηγητού και Αντεισηγητού, υποβάλλων εις το Υπουργείον πάντα τα προς τούτο διαβιβαστέα έγγραφα αυτών και αποστέλλει προς τας οικείας αρχάς προς εκτέλεσιν τα υπό των ιδίων εκδιδόμενα κλητήρια επικρίματα και κατασχετήρια.
Ο Β. Επίτροπος ομοίως αποστέλλει τα υπό του Εισηγητού διαβιβαζόμενα εντάλματα συλλήψεως ή φυλακίσεως προς εκτέλεσιν καθώς και τας υπό του ιδίου διαβιβαζομένας κλήσεις προς μάρτυρας ή κατηγορουμένους προς επίδοσιν εις τας κατά τόπους μεν αστυνομικάς αρχάς, εάν είτε περί πολιτών, είτε περί στρατιωτικών ή ναυτικών διατελούντων εν αδεία, αργία ή διαθεσιμότητι πρόκειται, εις την οικείαν δε προϊσταμένην αρχήν, εάν περί στρατιωτικών ή ναυτικών διατελούντων εν ενεργεία και τέλος εις τα Υπουργεία των Ναυτικών ή Στρατιωτικών εάν περί Αρχηγών Ναυτικών Μοιρών, Κυβερνητών πολεμικών πλοίων, Λιμεναρχών, Διοικητών Ναυτικών ή Στρατιωτικών καταστημάτων και Στρατιωτικών Σωμάτων, ή εάν ο Β. Επίτροπος αγνοή την διαμονήν του ναυτικού ή στρατιωτικού ή ευρίσκωνται ούτοι μακράν της έδρας του.
Καθ’ όμοιον τρόπον επιδίδονται και αι υπό του Β. Επιτρόπου εκδιδόμεναι κλήσεις.
Άρθρον 10
Ο Β. Επίτροπος δικαιούται να παρίσταται εις πάσας τας ενεργουμένας ανακριτικάς πράξεις, υποβάλλει κατά το στάδιον αυτών οιασδήποτε προτάσεις ή αιτήσεις κρίνει αναγκαίας προς ανακάλυψιν της αληθείας, επισπεύδει εν γένει την κατά νόμον περαίωσιν των ανακρίσεων, γνωμοδοτεί επί των υπό του εισηγητού καταδικών των λιπομαρτύρων και των υπό του ιδίου εκδιδομένων απολυτηρίων και ενταλμάτων δυλακίσεως των ανακρινομένων, υποβάλλει εις τον Υπουργόν τας προτάσεις του επί της εισαγωγής ή μη εις δίκην των κατηγορουμένων, ενεργεί τας νομίμους προπαρασκευαστικάς διατυπώσεις προς εκδίκασιν των παραπεμφθέντων, υποστηρίζει επ’ ακροατηρίου την κατηγορίαν, επαγρυπνεί και φροντίζει περί της εκτελέσεως των αποφάσεων και συμμορφούται κατά τα λοιπά καθώς και προς ενέργειαν των ανωτέρω προς τας ισχυούσας δικονομικάς διατάξεις.
Άρθρον 11.
Διαρκούσης της συνεδριάσεως, ο Β. Επίτροπος, αντιπροσωπεύων τον Νόμον, διατελεί εις θέσιν όλως ανεξάρτητον απέναντι του Προέδρου και των Δικαστών και διαφεύγει, εν τη εκπληρώσει των καθηκόντων του, πάντα έλεγχον εκ μέρους του Δικαστηρίου, επαγρυπνεί εις την τήρησιν των υπό του νόμου διατεταγμένων διατυπώσεων και την ακριβή αυτών εφαρμογήν, υποβάλλει τας προτάσεις του επί παντός αναφυομένου ζητήματος, ουδεμιάς αποφάσεως

Σελ. 234

δυναμένης να εκδοθή άνευ προτέρας αυτού ακροάσεως, επεμβαίνει, χωρίς όμως να προσκρούη εις την δικαιοδοσίαν του Προέδρου, εις τας συζητήσεις, εάν κρίνη τούτο επάναγκες, βοηθών τον Πρόεδρον προς διευκρίνησιν των υπό συζήτησιν γεγονότων, είτε ο ίδιος επερωτών τους μάρτυρας και κατηγορούμενον, είτε επικαλούμενος την προσοχήν του Δικαστηρίου επί θέματος, όπερ δεν εξηκριβώθη κατά το στάδιον των ανακρίσεων, αναπτύσσει την κατηγορίαν μετά μεθόδου και ακριβείας, εξετάζων τας μαρτυρίας και τα επιχειρήματα του κατηγορουμένου και ανακεφαλαιών τας συζητήσεις μετ’ αμεροληψίας, χωρίς να παραμελή ν’ αναφέρη πάσαν επιβαρυντικήν ή ελαφρυντικήν περίπτωσιν, διατυποί τας προτάσεις του, αιτούμενος, συμφώνως τη μορφωθείση ενδομύχω αυτού πεποιθήσει, να κηρυχθή ένοχος ή αθώος ο κατηγορούμενος της υπό δίκην πράξεως.
Άρθρον 12.
Ο Β. Επίτροπος ενεργεί επί των διαφόρων υποθέσεων μετά πάσης ελευθερίας και κατά την ιδίαν αυτού πεποίθησιν, οπόταν δε λάβη ρητήν διαταγήν παρά του Υπουργού των Ναυτικών, δέον να εκτελή αυτήν ταχέως και ακριβώς, πλην, προκειμένης γνωμοδοτήσεως, αποφαίνεται κατά την μορφωθείσαν δικαστικήν αυτού πεποίθησιν.
Άρθρον 13.
Ο Β. Επίτροπος διευθύνει αυτοπροσώπως τας εις αυτόν κατά νόμον ανατιθεμένας υποθέσεις. δύναται όμως ν’ αναθέση εις τους Β. Αντεπιτρόπους, υπό την επιτήρησιν κα διεύθυνσίν του, μέρος των υποθέσεων ή και να επιτρέψη εις αυτούς ωρισμένον τινά κλάδον, οίτινες εν τη περιπτώσει ταύτη ενεργούσι συμφώνως ταις διατάξεσι των αμέσως τριών προηγουμένων άρθρων.
Οι. Β. Αντεπίτροποι υποχρεούνται να εκτελώσι πάσαν ωρισμένην παραγγελίαν του Β. Επιτρόπου, πλην και ούτοι, προκειμένης γνωμοδοτήσεως, αποφαίνονται ελευθέρως κατά την εαυτών πεποίησιν.
Άρθρον 14.
Ο Β. Επίτροπος υποβάλλει εις το Υπουργείον εν αρχή εκάστου δεκαημέρου πίνακα των κατά το λήξαν τοιούτον εκδοθέντων ενταλμάτων συλλήψεως, φυλακίσεως, κατασχετηρίων και απολυτηρίων, συντάσσει και εκθέτει εν τω Γραφείω του Γραμματέως πινάκιον των εκδικαστέων κατά μήνα υποθέσεων, επιμελείται της ακριβούς τηρήσεως αυτού, εποπτεύει την τάξιν του αρχείου των δικογραφιών και αναφέρει πάραυτα εις το Υπουργείον πάσαν ακύρωσιν ή τροποποίησιν αποφάσεως του Ναυτοδικείου, συνυποβάλλων και αντίγραφον της σχετικής αποφάσεως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.
Άρθρον 15.
Ο Β. Επίτροπος υποβάλλει εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός εις το Γραφείον της Δικαιοσύνης του Υπουργείου των Ναυτικών αποσπάσματα απασών των κατά τον προηγούμενον μήνα εκδοθεισών αποφάσεων, τα αφορώντα όμως τοι-

αύτα αρχιλιμενοφύλακας ή λιμενοφύλακας υποβάλλονται προσέτι και εις το Γραφείον επί του Προσωπικού του Στόλου, τα δε αφορώντα άνδρας ανήκοντας εις ιδρύματα του Ταμείου των Φάρων και εις το Τμήμα των Φάρων και Υδρογραφίας.
Ομοίως εντός του αυτού πενθημέρου αποστέλλει εις την Γενικήν Διεύθυνσιν του Β. Ναυστάθμου αποσπάσματα των κατά τον προηγούμενον μήνα καταστασών τελεσιδίκων αποφάσεων και αφορωσών εν γένει ναύτας και υπαξιωματικούς, πλην των υπολογιστών, και άμα υποβάλλει εις το Υπουργέιον της Δικαιοσύνης ή αποστέλλει εις τους αρμοδίους παρά Πλημμελειοδίκαις Εισαγγελείς δελτία του Ποινικού μητρώου των κατά τον αυτόν μήνα τελεσιδίκως καταδικασθέντων ή αθωωθέντων, κατόπιν ανακοπής τελεσιδίκου ερήμην αποφάσεως, κεχωρισμένως δι’ έκαστον τούτων.
Άρθρον 16.
Ο Β. Επίτροπος υποβάλλει εις το Υπουργείον των Ναυτικών εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός πίνακα των εν τω Γραφείω αυτού εκκρεμών υποθέσεων, εν ω αναγράφεται και η προκαλέσασα την εκκρεμότητα εκάστης υποθέσεως αιτία. Μετά του πίνακος τούτου συνυποβάλλει και τους κατά το άρθρον 34 αποστελλομένους αυτώ υπό του Εισηγητού και των Αντεισηγητών πίνακας των εν τοις Γραφείοις αυτών εκκρεμών υποθέσεων.
Άρθρον 17.
Ο Β. Επίτροπος υποβάλλει εις το Υπουργείον κατά τριμηνίαν και εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου από του πέρατος εκάστης, πίνακα των κατ’ αυτήν εκδικασθεισών ή οπωσδήποτε περατωθεισών υποθέσεων, εκθέτων άμα την επί της διαχειρίσεως της ποινικής δικαιοσύνης γνώμην αυτού. εν τη εκθέσει ταύτη ειδικώτερον αναφέρονται: 1)Αι αιτίαι της αυξήσεως ή μειώσεως όλων ή τινών αδικημάτων μετ’ αναγραφής των επί τούτω τυχόν αναγκαίων μέτρων. 2)αι αιτίαι της μη αποπερατώσεως των εισέτι εκκρεμών ανακρίσεων. 3)Παρατηρήσεις επί των ελλείψεων της Ναυτικής Ποινικής Νομοθεσίας. 4)Παρατηρήσεις περί της εκτελέσεως των αποφάσεων καια ιδίως περί των περί την εκτέλεσιν προσκομμάτων και δυσχερειών. 5)Αι παρατηρηθείσαι ελλείψεις εν τη καθόλου λειτουργία του Ναυτοδικείου και αι προς θεραπείαν αυτών σχετικαί προτάσεις και 6)Παρατηρήσεις περί της καταστάσεως των δια τους υποδίκους και καταδίκους φυλακών.
Προς τοις ανωτέρω, το πρώτον δικαπενθήμερον εκάστου έτους, υποβάλλει δια της αυτής εκθέσεως και δύο πίνακας των μέχρι τέλους του προηγουμένου τοιούτου Ναυτικών φυγοδίκων και φυγοποίνων, εμφαίνοντας και τας προς σύλληψιν αυτών γενομένας ενεργείας.
Άρθρον 18.
Ο Β. Επίτροπος οφείλει άπαξ τουλάχιστον κατά μήνα να επισκέπτηται τας φυλακάς, να εξετάζη την κατάστασιν αυτών, την τροφήν των καταδίκων και υποδίκων, και τον τρόπον καθ’ ον οι επιτετραμμένοι εν γένει την φύλαξιν προς τους κρατουμένους συμπεριφέρονται, να βεβαιώται περί των τακτικών επισκέψεων του ιερέως και του ιατρού και τέλος κατά τας περιστάσεις να φροντίζη περί της τιμωρίας παντός παραβάτου των καθηκόντων του.
Αι εκ των επισκέψεων τούτων παρατηρήσεις αναγράφονται εις την κατά το προηγούμενον άρθρον συντασσομένην έκθεσιν, εκτός εάν τι έκτακτον και σοβαρόν παρετηρήθη, όπερ τότε αμέσως εις το Υπουργείον αναφέρεται.
Άρθρον 19.
Τον Β. Επίτροπον οπωσδήποτε απόντα ή κωλυόμενον ή χηρευούσης της θέσεως αυτού αναπληροί αυτοδικαίως ο αρχαιότερος των Β. Αντεπιτρόπων.
Άρθρον 20.
Παρά τω Γραφείω του Β. Επιτρόπου τηρούνται:
1)Πρωτόκολλον εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων.
2)Μητρώον κατηγορουμένων μεθ’ ευρετηρίου.
3)Βιβλίον υπηρεσίας Β. Επιτρόπου (εισερχομένων και εξερχομένων υποθέσεων).
4)Πίναξ εκδιδομένων κλητηρίων επικριμάτων.
5)Πίναξ φυγοποίνων μετά πάσης περί αυτών σχετικής ενεργείας, και
6)Βιβλίον ναυτικών καταδίκων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ
Περί Εισηγητού και Αντεισηγητού.
Άρθρον 21.
Ο Εισηγητής μεριμνά περί της όσον οιόν τε ταχείας και κατά νόμον διεξαγωγής πάσης ανακρίσεως επί ατομική αυτού ευθύνη.
Άρθρον 22.
Ο Εισηγητής αφίεται ελεύθερος εις την διαγραφήν της πορείας, ην δέον να ακολουθήση και εις την εκλογήν των μέσων, άτινα δύναται να μεταχειρισθή προς ανακάλυψιν της αληθείας. υποχρεούται όμως, προβαίνων εις τας ερεύνας του, να εξετάζη και βεβαιοί εξ επαγγέλματος ου μόνον την ενοχήν, αλλά και την αθωότητα του κατηγορουμένου.
Άρθρον 23.
Ο Εισηγητής υποχρεούται να εξαντλήση την ανάκρισιν υφ’ όλας τας επόψεις, εμβαθύνων εις πάσας τας περιστάσεις της υποθέσεως, διαφωτίζων τα σκοτεινά αυτής σημεία και βεβαιών τα πάντα όσον ένεστι πιστότερον, ώστε η σχηματισθησομένη δικογραφία να δύνηται να παριστά πάντα τα γεγονότα της υποθέσεως ως ακριβώς συνέβησαν, άνευ αυξήσεως, μειώσεως ή μεταβολής αυτών οιασδήποτε.
Εις την άνω υποχρέωσιν οφείλει να προβαίνη μετά ταχύτητος προς αποφυγήν μακράς προφυλακίσεως κατηγορουμένου τυγχάνοντος αθώου και εξυπηρέτησιν του κοινού συμφέροντος, απαιτούντος, προς παραδειγματισμόν, όπως η ποινή έπηται αμέσως της πράξεως, του κατηγορουμένου όντος ενόχου. Εντεύθεν, εάν εκ της γενομένης ανακρίσεως προκύπτωσιν αποχρώσαι ενδείξεις προς υποστήριξιν κατηγορίας ή απαλλαγήν του κατηγορουμένου, οφείλει να περαιοί ταύτην και μη παρατείνη αυτήν ανωφελώς προς εξέτασιν και ετέρων μη ουσιωδών μαρτύρων, μακράν της έδρας της ανακρίσεως διαμενόντων. Εν πάση όμως περιπτώσει η ταχύτης αύτη δεν πρέπει να παραβλάπτη το καθήκον της ανακρίσεως προς ανακάλυψιν της αληθείας.
Άρθρον 24.
Ο Εισηγητής οφείλει να προειδοποιή τον Β. επίτροπον όπως παρίσταται εις τας παρ’ αυτού ενεργουμένας ανακριτικάς πράξεις, οπόταν ως εκ της σπουδιαότητος της υποθέσεως θεωρή αναγκαίαν την παρουσίαν του ή οπόταν ο ίδιος απαιτήση τούτο.
Άρθρον 25.
Ο Εισηγητής διαβιβάζει τας προς μάρτυρας και κατηγορουμένους κλήσεις, συμφώνως τω άρθρω 9, εις τον Β. Επίτροπον, όπως επιμεληθή της επιδόσεως, πλην δύναται επί επειγουσών υποθέσεων ν’ αποστέλλη αυτάς απ’ ευθείας, εκτός μόνον εκείνων των δια των Υπουργείων αποστελλομένων.
Άρθρον 26.
Προκειμένης εξετάσεως μάρτυρος ή ενεργείας ανακριτικών πράξεων διεξαχθησομένων εν τη αλλοδαπή, ο Εισηγητής απευθύνει την πρόσκλησιν αυτού εις την εν τω τόπω ένθα ενεργηθήσονται αι πράξεις τυχόν υπάρχουσαν Ελληνικήν Προξενικήν αρχήν. Τοιαύτης όμως μη υπαρχούσης ή προκειμένης περιπτώσεως εξετάσεως προσώπων μη υπαγομένων εις την αρμοδιότητα της Προξενικής αρχής, υποβάλλει την αίτησίν του, δια του Β. Επιτρόπου, εις το Υπουργείον των Ναυτικών, όπερ δια του Υπουργείου των Εξωτερικών διαβιβάζει αυτήν εις τας επιτοπίους αλλοδαπάς ανακριτικάς αρχάς, παρακαλουμένας να προβώσιν εις την ενέργειαν των υποδεικνυομένων πράξεων, και τας παρ’ αυταίς ισχυούσας διατυπώσεις.
Άρθρον 27.
Προσαχθέντος του κατηγορουμένου συνεπεία εντάλματος συλλήψεως, οφείλει ο Εισηγητής να υποβάλη αυτόν πάραυτα εις εξέτασιν και εντός τριών ημερών από της προσαγωγής είτε να απολύση τον συλληφθέντα, εκδίδων το σχετικόν απολυτήριον, είτε να εκδώση κατ’ αυτού ένταλμα φυλακίσεως. Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας ταύτης, κατά τον χρόνος της οποίας κρατείται ο συλληφθείς εν τη φυλακή των υποδίκων, πας δεσμοφύλαξ ή άλλος επιτετραμμένος την κράτησιν αυτού, οφείλει να απολύση τούτο παραχρήμα.
Σελ. 235

Τα αυτά εφαρμόζονται και δια τον υπό διοικητικήν προφυλάκισιν διατελούντα από της προσαγωγής αυτού προς εξέτασιν. Την προσαγωγήν υποχρεούται να προκαλή ο Εισηγητής, κατά προτίμησιν πάσης ετέρας υπηρεσίας, ευθύς άμα τη προς αυτόν διαβιβάσει της σχετικής δικογραφίας.
Άρθρον 28
Ο Εισηγητής προβαίνει εις έκδοσιν εντάλματος φυλακίσεως οπόταν το αδίκημα υπόκηται εις προφυλάκισιν και προς τούτοις υπάρχωσιν ενδείξεις πείθουσαι ή γεννώσι σοβαράς υπονοίας ενοχής του κατηγορουμένου επί του αδικήματος, όθεν και αν πράξίς τις χαρακτηρισθή ως κακούργημα, τότε μόνον τοιούτον ένταλμα εκδίδεται, οπόταν οι άνω ενδείξεις υφίστανται.
Προφυλακισθέντος του κατηγορουμένου δι’ εντάλματος φυλακίσεως, δεν δύναται μετέπειτα ο Εισηγητής, ομοφωνούντος και του Β. Επιτρόπου, να διατάξη την απόλυσιν αυτού, εάν εκ την περαιτέρω ανακρίσεως πεισθή ότι εξέλιπον οι λόγοι δι’ ους προεφυλακίσθη. Τοιαύτη απόλυσις μόνον υπό του Υπουργού διατάσσεται, κατόπιν σχετικής αιτήσεως αμφοτέρων και μελέτης της δικογραφίας.
Άρθρον 29
Τας υπό του Β. Επιτρόπου υποβαλλομένας προτάσεις ή αιτήσεις, δεν υποχρεούται ν’ αποδεχθή ο Εισηγητής εάν δεν ευρίσκη αυτάς χρησίμους προς ανακάλυψιν της αληθείας. Ομοίως ο Εισηγητής δύναται ν’ αρνηθή την εξέτασιν μαρτύρων υπό του Β. Επιτρόπου προτεινομένων, έτι δε να ενεργήση πάσαν ανακριτικήν πράξιν εις την εκτέλεσιν της οποίας ήθελεν τυχόν αντιστή ο Β. Επίτροπος.
Του Εισηγητού μη εισακούοντος τας προτάσεις του Β. Επιτρόπου, δύναται ο τελευταίος να προσφύγη εις τον Υπουργόν, αποφαινόμενον επί πάσης μεταξύ αυτών υφισταμένης διαφωνίας. Η προσφυγή αύτη δεν παρακωλύει την ενέργειαν επειγουσών ανακριτικών πράξεων προς αποφυγήν εξαφανίσεως των αποδείξεων, πλην κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν οφείλει ο Εισηγητής ν’ αναμένη την επί της προσφυγής απόφασιν του Υπουργού.
Άρθρον 30.
Οι Αντεισηγηταί επιλαμβάνονται ανακρίσεων κατόπιν προσκλήσεως του Εισηγητού, διαβιβάζοντος προς αυτούς την σχετικήν δικογραφίαν. Η πρόσκλησις αύτη εκτελείται καθ’ υποχρέωσιν μεν του Εισηγητού, οπόταν ούτος σύνοιδεν αιτίαν τινά εξαιρέσεως, κατ’ απόφασιν δε αυτού, οπόταν, ως εκ του αριθμού των υπό ανάκρισιν υποθέσεων, δέον όπως κατανεμηθή η υπάρχουσα ανακριτική εργασία προς ταχυτέραν αυτής περαίωσιν.
Άρθρον 31.
Οι Αντεισηγηταί ενεργούσιν ελευθέρως και ανεξαρτήτως τας εις αυτούς διαβιβαζομένας υποθέσεις, περιβεβλημένοι άπαντα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του Εισηγητού.
Άρθρον 32.
Περαιωθείσης της ανακρίσεως, ο Εισηγητής ή ο Αντεισηγητής υποβάλλει την έκθεσίν του εις τον Β. Επίτροπον. Η έκθεσις αύτη δέον να περιέχη εξιστόρησιν των γεγονότων της πράξεως, το είδος του πλημμελήματος ή κακουργήματος, όπερ τα γεγονότα της πράξεως χαρακτηρίζουσι, καθώς και όλας τας περιστάσεις, αίτινες επιτείνουσιν ή μετριάζουσι την ποινήν, και εν τέλει την επί πάντων τούτων γνωμοδότησιν, είτε περί εισαγωγής εις δίκην του κατηγορουμένου, είτε περί απαλλαγής αυτού από της κατηγορίας. Η γνωμοδότησις περιλαμβάνει σύντομον ανακεφαλαίωσιν εκάστης πράξεως κατηγορίας, ήτοι αναγράφει τον τόπον, χρόνον και τρόπον εκτελέσεως αυτής, τα απαρτίζοντα εκάστην τούτων στοιχεία του νόμου και τα προβλέποντα άρθρα της Ποινικής Νομοθεσίας.
Άρθρον 33.
Αποβιώσαντος του κατηγορουμένου ή παραγραφείσης της εξιοποίνου πράξεως, ο Εισηγητής συντάσσει έκθεσιν γνωμοδοτών περί παύσεως πάσης περαιτέρω καταδιώξεως, ην μεθ’ απάσης της δικογραφίας αποστέλλει εις τον Β. Επίτροπον, όστις υποβάλλει αυτήν μετά των προτάσεών του εις τον Υπουργόν.

Σελ. 236

Άρθρον 34.
Ο Εισηγητής και Αντεισηγηταί εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός αποστέλλουσιν εις τον Β. Επίτροπον πίνακα των εν τω Γραφείω αυτών εκκρεμών υποθέσεων, εν ω αναγράφεται και η προκαλέσασα την εκκρεμότητα εκάστης υποθέσεως αιτία.
Άρθρον 35.
Παρά τω Γραφείω του Εισηγητού και εκάστου των Αντεισηγητών τηρούνται:
1)Πρωτόκολλον εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων.
2)Βιβλίον των υπό ανάκρισιν υποθέσεων μεθ’ ευρετηρίου.
3)Πίναξ εκδιδομένων κλητηρίων επικριμάτων, και
4)Πίναξ εκδιδομένων κατασχετηρίων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ
Περί Γραμματέως.
Άρθρον 36.
Ο Γραμματεύς έχει την ανωτέραν διεύθυνσιν και εποπτείαν της γραφικής υπηρεσίας απάντων των γραφείων του Ναυτοδικείου, ευθύνεται δια την ταχείαν διεκπεραίωσιν υπό των υπογραμματέων και γραφέων των υπό των προϊσταμένων των ανατεθεισών αυτοίς εργασιών, αναφέρει εις τον Β. Επίτροπον πάσαν αμέλειαν και μη έγκαιρον αυτών προσέλευσιν ,βοηθεί τον Πρόεδρον εις την εκκαθάρισιν των δικαστικών εξόδων και αποστέλλει εις τους αρμοδίους Ταμίας τας συντασσομένας σχετικάς καταστάσεις και πίνακας, ενεργεί πάσαν την αλληλογραφίαν του Προέδρου και τηρεί τα παρά τω Γραφείω αυτού οριζόμενα βιβλία, συντάσσει τα δελτία του ποινικού μητρώου και παραδίδει αυτά εις τον Β. Επίτροπον προς θεώρησιν και αποστολήν, διαχειρίζεται την δαπάνην της γραφικής ύλης, εστίν υπεύθυνος δια την καλήν των αρχείων τήρησιν, βιβλιοδετεί και συρράπτει εις την αρχήν εκάστου έτους τα πρωτότυπα των αποφάσεων και πρακτικών συνεδριάσεων, τας εγκυκλίους διαταγάς του Υπουργείου και τα φύλλα της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως του προηγουμένου έτους, φυλάσσει τα έντυπα και εν αρχή εκάστου εξαμήνου υποβάλλει εις το Υπουργείον πίνακα εμφαίνοντα τον αριθμόν των υπαρχόντων διαφόρων εντύπων αποφάσεων και πρακτικών συνεδριάσεων, διακριμένως δι’ έκαστον είδος, και τέλος τηρεί την απογραφήν των επίπλων, σκευών και βιβλίων του Ναυτοδικείου και ευθύνεται δια την ύπαρξιν αυτών.
Άρθρον 37.
Ο Γραμματεύς διαφυλλάτει τα πειστήρια και τας δια την κλήτευσιν των μαρτύρων της υπερασπίσεως προκαταβολάς, υποχρεούμενος να παραδίδη αυτάς και τα εις χρήματα πειστήρια επί τακτική αποδείξει, εντός 24 ωρών από της παραλαβής, εις το Ταμείον του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς, επιμελείται να συναποστέλλωνται τα τυχόν κατατεθειμένα παρ’ αυτώ προς αναίρεσιν νόμιμα παράβολα μετά της οικείας δικογραφίας τω Εισαγγελεί του Αρείου Πάγου, δέχεται τας ανακοπάς, αναθεωρήσεις και αναιρέσεις των αποφάσεων του Ναυτοδικείου, σημειοί εν τέλει εκάστης αποφάσεως την έναρξιν της εκτίσεως και λήξιν της ποινής, εις το περιθώριον δε πάσης ακυρωθείσης ή τροποπιοηθείσης υπό του αναθεωρητικού δικαστηρίου τοιαύτης τον λόγον της επελθούσης ακυρώσεως ή τροποποιήσεως μετά του αριθμού και χρονολογίας της αποφάσεως του Αναθεωρητικού και κυροί, επί ατομική ευθύνη, πάντα τα εκδιδόμενα αντίγραφα και δεν παρέχει τοιαύτα εις ιδιώτας, ει μη κατόπιν διαταγής του επί των Ναυτικών Υπουργού.
Άρθρον 38
Ο Γραμματεύς παρευρίσκεται εις τας συνεδριάσεις του Ναυτοδικείου, συντάσσει παραχρήμα τα πρωτότυπα των αποφάσεων και πρακτικών, υπογραφόμενα παρά του Προέδρου, των Ναυτοδικών και τούτου και φυλάσσει αυτά. Ταύτα δέον να γράφωνται

ευαναγνώστως, μη επιτρεπομένων εν αυτοίς κενών, παρεισγραφών ή σβεσμάτων.
Αι αποφάσεις συντάσσονται συμφώνως ταις διατάξεσι του σχετικού άρθρου της ισχυούσης Ποινικής Νομοθεσίας, τα δε πρακτικά των συνεδριάσεων περιέχουσι τα ονόματα των Ναυτοδικών, Β. Επιτρόπου, Γραμματέως, κατηγορουμένου και συνηγόρου αυτού, την υπό κατηγορίαν πράξιν, τον χρόνον και τόπον της συνεδριάσεως, συνοπτικήν έκθεσιν των προτάσεων του Β. Επιτρόπου και των αιτήσεων της υπερασπίσεως μετά των επ’ αυτών αποφάσεων του Δικαστηρίου, τας καταθέσεις των κατά πρώτον επ’ ακροατηρίου εξεταζομένων μαρτύρων, τας τυχόν διαφοράς των καταθέσεών των και κατά την προδικασίαν εξετασθέντων τοιούτων καθώς και τας γενομένας προ του Δικαστηρίου συμπληρώσεις, το περιεχόμενον της αποφάσεως και εν γένει παν άξιον λόγου εν τη συνεδρία συμβάν.
Άρθρον 39.
Ο Γραμματεύς οφείλει μετά πάσης επιμελείας να προβαίνη εις την σύνταξιν των αποφάσεων, προσέχων όπως μη παραλειφθή διάταξίς τις εκ των, επί ποινή ακυρότητος διατεταγμένων.
Πάσα ακύρωσις εκ τοιαύτης παραλείψεως προερχομένη, καταδεικνύουσα αμέλειαν του Γραμματέως περί την ακριβή των καθηκόντων του εκπλήρωσιν, προκαλεί την πειθαρχικήν του Υπουργείου επέμβασιν.
Άρθρον 40.
Παρά τω Γραφείω του Γραμματέως τηρούνται:
1)Βιβλίον βεβαιώσεως δικαστικών εξόδων, και
2)Βιβλίον παραστάσεως δικηγόρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ
Περί Υπογραμματέων και Γραφέων.
Άρθρον 41.
Οι υπογραμματείς και γραφείς χρησιμεύουσιν ως γραμματείς των ενεργουμένων ανακρίσεων, εκτελούσι την γραφικήν υπηρεσίαν, την ανατιθεμένην αυτοίς υπό των προϊσταμένων των, και την υπό του Γραμματέως κατανεμομένην αυτοίς εργασίαν δια την πλήρη των γραφείων ενημερότητα.
Οι υπογραμματείς αναπληρούσι αυτοδικαίως τον Γραμματέα οπωσδήποτε απόντα ή κωλυόμενον η χηρευούσης της θέσεως αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΚΤΟΝ
Περί κλητήρος και υπηρετών.
Άρθρον 42.
Ο κλητήρ παρευρίσκεται εις τας συνεδριάσεις του Ναυτοδικείου και εκφωνεί, εντολή του Προέδρου, τα ονόματα των κατηγορουμένων και μαρτύρων, ενεργεί, υπό την εποπτείαν του Γραμματέως, την καθαριότητα του καταστήματος του Ναυτοδικείου και εκτελεί τας εν αυτώ κατά νόμον τοιχοκολλήσεις.
Οι υπηρέται βοηθούσι τον κλητήρα εις την καθαριότητα του καταστήματος και εκτελούσι την υπηρεσίαν των αγγελιαφόρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΒΔΟΜΟΝ
Περί πειθαρχικής δικαιοδοσίας και εργασίμων ωρών.
Άρθρον 43.
Ο Πρόεδρος κέκτηται επί πάντων των εις το Δ. Ναυτοδικείον υπηρετούντων αξιωματικών την πειθαρχικήν δικαιοδοσίαν των κυβερνητών των πολεμικών πλοίων. Την αυτήν δικαιοδοσίαν έχει ο μεν Β. Επίτροπος επί πάντων των υπηρετούντων υπαξιωματικών και ναυτών και των τούτοις εξομοιουμένων, ο δε Εισηγητής επί των αμέσως υποτεταγμένων αυτώ τοιούτων.
Άρθρον 44.
Εργάσιμοι ώραι των γραφείων του Ναυτοδικείου και των συνεδριάσεων αυτού από της πρώτης Μαΐου μέχρι της πρώτης Νοεμβρίου ορίζονται αι ώραι 8-12 π.μ. και 4-6 μ.μ. κατά δε τους λοιπούς μήνας αι 9-12 π.μ. και 2-5 μ.μ. Εν ανάγκη αι ώραι αύται παρατείνονται υπό του αρμοδίου προϊσταμένου εκάστης υπηρεσίας.
Κατά τας Κυριακάς και εορτάς αι εργάσιμοι ώραι ορίζονται από της 10-12 π.μ.
Άρθρον 45.
Κατα τας άνω οριζομένας ώρας άπαντες οι αποτελούντες το προσωπικόν του Ναυτοδικείου οφείλουσι να παρευρίσκωνται τακτικώς εις τας θέσεις των, μη απομακρυνόμενοι αυτών άνευ ρητής των προϊσταμένων των αδείας, ήτις όμως δεν δύναται να υπερβή τας τρεις ημέρας. Εν περιπτώσει τυχαίου κωλύματος αποχρώντως ητιολογημένου, δέον να ειδοποιώσι τον άμεσον αυτών προϊστάμενον ή τον Γραμματέα.


(Αντί για τη σελ. 237(α) Σελ. 237(β)
Τεύχος 1351 Σελ. 121

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΟΓΔΟΟΝ
Περί διορισμού Γραμματέως, Υπογραμματέων και κατωτέρου προσωπικού.
Άρθρον 46.
Γραμματεύς διορίζεται εκ των εν ενεργεία κατωτέρων οικονομικών αξιωματικών των κεκτημένων δίπλωμα Νομικής Σχολής. Υπογραμματείς εκ των υπολογιστών των εφωδιασμένων δια του αυτού διπλώματος ή τελειοφοίτων της ρηθείσης Σχολής, γραφείς δε εκ των υπαξιωματικών του κλάδου των γραφέων.
Άρθρον 47.
ΟΙ Υπογραμματείς και γραφείς τοποθετούνται υπό του Β. Επιτρόπου εις τα διάφορα γραφεία ως εξής:
Είς υπολογιστής, είς κελευστής γραφεύς και είς δίοπος γραφεύς παρά τω Γραφείω του Β. Επιτρόπου.
Είς υπολογιστής παρά τω Γραφείω του Εισηγητού, και
Είς υποκελευστής γραφεύς παρά τω Γραφείω εκάστου Αντεισηγητού.
Άρθρον 48.
Ο κλητήρ λαμβάνεται εκ των διπλωματούχων γραφέων ή των πτυχιούχων ναυτών, οι δε υπηρέται, ων ο αριθμός ορίζεται εις δύο, εκ ναυτών καταστρώματος, τοποιετούμενοι εις το Ναυτοδικείον δι’ αποσπάσεως εκ της Διευθύνσεως της Διοικητικής Υπηρεσίας Ναυστάθμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΝΑΤΟΝ
Γενικαί Διατάξεις.
Άρθρον 49.
Οι διοριζόμενοι παρά τω Ναυτοδικείω Β. Επίτροποι, Εισηγηταί και Γραμματείς παρουσιάζονται απ’ ευθείας εις τον Πρόεδρον, οι δε Β. Αντεπίτροποι και Αντεισηγηταί εις τους προϊσταμένους των οικείων υπηρεσιών και δι’ αυτών εις τον Πρόεδρον.
Ο Πρόεδρος εν επισήμοις τελεταίς και συναθροίσεσιν ακολουθείται παρ’ όλων των κατωτέρων του αξιωματικών, προσκαλουμένων προς τούτο παρ’ αυτού αρμοδίως.
Άρθρον 50.
Ο Πρόεδρος, Ναυτοδίκαι, Β. Επίτροπος και Γραμματεύς φέρουσιν εις τας συνεδριάσεις του Ναυτοδικείου την μικράν αυτών στολήν μετά ξίφους, πας δε έτερος αξιωματικός είτε ως μάρτυς, είτε ως συνήγορος, είτε ως κατηγορούμενος εις αυτάς παριστάμενος την μικράν αυτού μόνον στολήν.


Σελ. 238(β)
Τεύχος 1351 Σελ. 122

Άρθρον 51.
Πας Ναυτοδίκης κωλυόμενος οπωσδήποτε να παρευρεθή εις την συνεδρίασιν του Δ. Ναυτοδικείου οφείλει επί βαρυτάτη πειθαρχική ποινή, πλην των ποινικών συνεπειών, των οριζομένων εν τη Ποινική Ναυτική Νομοθεσία, να ειδοποιήση πάραυτα δι’ αναφοράς του, αποχρώντως ητιολογημένης, τον Πρόεδρον και Β. Επίτροπον, ίνα δια του δευτέρου προκληθή αρμοδίως ή αντικατάστασις αυτού. Τούτ’ αυτό δέον να πράττη και ο υπό του Προέδρου διοριζόμενος ναυτικός υπερασπιστής.
Άρθρον 52.
Η απόφασις απαγγέλλεται υπό του Προέδρου δημοσία, των δικαστών καθημένων επί των εδρών των, ενώπιον φρουράς επί τούτω υπό του Β. Επιτρόπου καλουμένης, ισταμένης δε απέναντι της έδρας του Δικαστηρίου και παρουσιαζούσης όπλα.
Άρθρον 53.
Το Δικαστήριον, Β. Επίτροπος, Β. Αντεπί-τροπος, Εισηγητής και Αντεισηγητής έχουσι ιδίαν σφραγίδα υπηρεσίας, δια της οποίας σφραγίζονται τα συντασσόμενα έγγραφα και πάσαι αι εκδιδόμεναι κλήσεις, κλητήρια επικρίματα, κατασχετήρια και εντάλματα συλλήψεως και φυλακίσεως. Εκάστη των σφραγίδων τούτων φέρει το Β. Στέμμα, κύκλω δε αυτού η μεν του Δικαστηρίου «Διαρκές Ναυτοδικείον», αι δε των λοιπών την ιδιότητα της υπηρεσίας των. Της σφραγίδος του Δικαστηρίου ποιούνται χρήσιν ο Πρόεδρος και ο Γραμματεύς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΔΕΚΑΤΟΝ
Ακροτελεύτιοι Διατάξεις
Άρθρ.54.-Μέχρις ότου άλλως καθορισθή η εσωτερική υπηρεσία των ναυτικών Φυλακών υποδίκων και καταδίκων, ο μεν παρά τω Ναυστάθμω ιερεύς επισκέπτεται τους κρατουμένους δις τουλάχιστον καθ’ εβδομάδα όπως συμβουλεύη και καθοδηγή αυτούς και διδάσκη τον θείον λόγον, ο δε ιατρός της Φρουράς δις καθ’ εβδομάδα επιθεωρεί τούτους, προκαλεί την αποστολήν των πασχόντων εις το Ναυτικόν Νοσοκομείον, εποπτεύει την τήρησιν των κανόνων της υγιεινής εντός των φυλακών και συντάσσει επί πάντων τούτων έκθεσιν, ην υποβάλλει αρμοδίως εις τον Β. Επίτροπον, υποδεικνύων τας παρατηρηθείσας ελλείψεις μετά των προς θεραπείαν αυτών αναγκαίων μέτρων.
Άρθρ.55.-Η λογιστική εν γένει υπηρεσία του Διαρκούς Ναυτοδικείου διεξάγεται υπό Οικονομικού Συμβουλίου αποτελουμένου υπό του Β. Επιτρόπου και του Γραμματέως, ενεργούντος κατά τας οδηγίας του Υπουργείου των Ναυτικών.
Άρθρ.56.-Πάσα ετέρα διάταξις, αντικειμένη εις το παρόν Δ/μα καταργείται.
Εις τον Ημέτερον επί των Ναυτικών Υπουργόν ανατίθεται η του παρόντος Δ/τος δημοσίευσις και εκτέλεσις.
Εν Αθήναις τη 4 Φεβρουαρίου 1912.

Με το Π.Δ. 48/15 Φεβρ. – 4 Μαρτ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 26), κατωτ. σελ. 245 ιδρύθηκε «Διαρκές Ναυτοδικείο στα Χανιά».

2. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 164
της 16-23 Ιουν.2000(ΦΕΚ Α΄148)
΄Ιδρυση Ναυτοδικείου και Αεροδικείου στη Θεσσαλονίκη.
Έχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του άρθρου 168 παρ. 2α του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος (Κυρωτικός Νόμος 2287/95, ΦΕΚ Α’ 20).
2. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α’ 137). όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (ΦΕΚ Α’ 154).
3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
4. Την υπ’αριθμ. 170/2000 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
1. Ιδρύουμε Ναυτοδικείο και Αεροδικείο στη θεσσαλονίκη με τίτλους «Ναυτοδικείο θεσσαλονίκης» και «Αεροδικείο θεσσαλονίκης», αντιστοίχως.
2. Στην κατά τόπο αρμοδιότητα των ανωτέρω στρατιωτικών δικαστηρίων υπάγονται οι Νομοί Κοζάνης, Καστοριάς, Φλωρίνης, Γρεβενών, Ημαθίας, Πιερίας, Πέλλης, θεσσαλονίκης, Κιλκίς, Χαλκιδικής, Σερρών, Δράμας, Καβάλας, Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου και το Αυτοδιοίκητο Τμήμα του Αγίου Όρους, περιοριζόμενης ως προς τις περιοχές αυτές της αρμοδιότητος του Ναυτοδικείου Πειραιώς και του Αεροδικείου Λαρίσης.
3. Τα ανωτέρω στρατιωτικά δικαστήρια θα αρχίσουν να λειτουργούν τρεις (3) μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο 2
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.































(Αντί για τη σελ.238,01) Σελ. 238,01(α)
Τεύχος Σελ.

3. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄αριθ.144
της 29 Ιουλ.-15 Αυγ.2005 (ΦΕΚ Α΄199)
Ίδρυση Ναυτοδικείου και Αεροδικείου στα Ιωάννινα.
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 168 παρ. 2α του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (Κυρωτικός Νόμος 2287/1995, ΦΕΚ Α΄ 20).
2. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α΄ 137), όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 του ν. 2081/1992 (ΦΕΚ Α΄ 154).
3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
4. Την υπ" αριθμ. 116/2005 γνωμοδότηση του Συμβουλίου Επικρατείας μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
1. Ιδρύουμε Ναυτοδικείο και Αεροδικείο στα Ιωάννινα με τίτλους «Ναυτοδικείο Ιωαννίνων» και «Αεροδικείο Ιωαννίνων», αντιστοίχως.
2. Στην κατά τόπο αρμοδιότητα των ανωτέρω στρατιωτικών δικαστηρίων υπάγονται οι Νομοί Ιωαννίνων, Άρτας, Πρέβεζας, Θεσπρωτίας, Κέρκυρας, Λευκάδας και Αιτωλοακαρνανίας.
3. Τα ανωτέρω στρατιωτικά δικαστήρια θα αρχίσουν να λειτουργούν τρεις (3) μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο 2
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Σελ. 238,02(α)
Τεύχος Σελ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: